Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Γιορτάζουν οι αυτόδουλοι Έλληνες...;

 

Ετούτες οι γιορτές ας γίνουν φάρος στις ψυχές όλων μας, στέλνοντάς μας εκείνα τα βουβά παντοτινά μηνύματα και τις σκέψεις που ξεκινούν από την αγάπη και τελειώνουν προς την ελευθερία και την δημοκρατία. 

Ο νέος χρόνος που έρχεται ας πάρει την ομίχλη που μας εμποδίζει να δούμε και να κατανοήσουμε τα αυτονόητα και να μας φέρει τον έναν κοντά, δίπλα στον άλλο, να μας διδάξει την σπουδαιότητα και την αξία του να είμαστε ενωμένοι στον πόλεμο που μας κήρυξαν εκείνοι που κατέλυσαν την δημοκρατία υπηρετώντας την, εκείνοι που κατέλυσαν κάθε ηθική αξία για να μας διασώσουν από όλα εκείνα τα λάθη που οι ίδιοι επί σειρά δεκαετιών, απολύτως συντεταγμένα και με απόλυτη συνέπεια έκαναν εις βάρος της χώρας και των πολιτών της. 

Μετάνοια, ομόνοια και ενότητα, ας γίνουν οι λέξεις που θα σηματοδοτήσουν το αύριο αυτής της χώρας, αυτής της πατρίδας που στενάζει σήμερα κάτω από μία νέα κατοχή η οποία προσπαθεί να μετατρέψει τους Έλληνες σε λαό αυτοδούλων ή σε «μυρμήγκια» που θα εργάζονται πυρετωδώς για να αποφέρουν κέρδη και να διασώσουν τους διασώστες τους και –φυσικά- τα αφεντικά τους.


Κωνσταντίνος

Οι ευχές ενός καλού φίλου και συναγωνιστή

Χρόνια Πολλά με... περισυλλογή!...


Χριστός ετέχθη, αδέλφια! Χρόνια καλά κι ευλογημένα και είθε μαζί με τον ασπόρως Ενανθρωπήσαντα να τεχθεί σύντομα και κάποια αμυδρή έστω ηλιαχτίδα ανάστασης για τη σκλαβωμένη μας πατρίδα!

Επειδή όμως η σημερινή μέρα, παρά το ευφρόσυνόν της, προσφέρεται κατ' εξοχήν για προβληματισμό (όχι βεβαίως οικονομικής ή πολιτικής, αλλά πνευματικής φύσεως), επισυνάπτω το συγκλονιστικό μίνι αφήγημα του αγίου των γραμμάτων μας Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη τα "Πτερόεντα Δώρα". Γραμμένο πριν από έναν ολόκληρο αιώνα, το διήγημα αυτό απεικονίζει με καταλυτική (και προφητική) ενάργεια τους καιρούς της πνευματικής αποστασίας στην οποία βρισκόμαστε ως κοινωνία και ως έθνος. Και το μήνυμα είναι σαφές: Μετάνοια! Αυτό που κι εμείς συνεχώς λέμε ότι είναι ο μόνος δρόμος! Όσο θα είμαστε αυτοεξόριστοι απ΄τον Θεό (και από τον ίδιο τον εσώτατο εαυτό μας), θα παραμένουμε στο τέλμα και ο Αρχάγγελος θα συνεχίζει να φεύγει άπρακτος. Απολαύστε το με κατάνυξη και περισυλλογή (ακόμη κι όσοι το έχετε ξαναδιαβάσει).
Αξίζει πραγματικά τον κόπο.

Τα πτερόεντα δώρα

Ξένος τοῦ κόσμου καὶ τῆς σαρκός, κατῆλθε τὴν παραμονὴν ἀπὸ τὰ ὕψη, συστείλας τὰς πτέρυγας ὅπως τὰς κρύπτῃ, θεῖος ἄγγελος. Ἔφερε δῶρα ἀπὸ τὰ ἄνω βασίλεια διὰ νὰ φιλεύσῃ τοὺς κατοίκους τῆς πρωτευούσης. Ἦτον ὁ καλὸς ἄγγελος τῆς πόλεως.

Ἐκράτει εἰς τὴν χεῖρα ἓν ἄστρον καὶ ἐπὶ τοῦ στέρνου του ἔπαλλε ζωὴ καὶ δύναμις, καὶ ἀπὸ τὸ στόμα του ἐξήρχετο πνοὴ θείας γαλήνης. Τὰ τρία ταῦτα δῶρα ἤθελε νὰ μεταδώσῃ εἰς ὅλους ὅσοι προθύμως τὰ δέχονται.

Εἰσῆλθεν ἐν πρώτοις εἰς ἓν ἀρχοντικὸν μέγαρον. Εἶδεν ἐκεῖ τὸ ψεῦδος καὶ τὴν σεμνοτυφίαν, τὴν ἀνίαν καὶ τὸ ἀνωφελὲς τῆς ζωῆς ζωγραφισμένα εἰς τὰ πρόσωπα τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικός, καὶ ἤκουσε τὰ δύο τεκνία νὰ ψελλίζωσι λέξεις εἰς ἄγνωστον γλῶσσαν. Ὁ Ἄγγελος ἐπῆρε τὰ τρία οὐράνια δῶρά του, καὶ ἔφυγε τρέχων ἐκεῖθεν.

Ἐπῆγεν εἰς τὴν καλύβην πτωχοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀνὴρ ἔλειπεν ὅλην τὴν ἑσπέραν εἰς τὴν ταβέρναν. Ἡ γυνὴ ἐπροσπάθει ν᾿ ἀποκοιμίσῃ μὲ ὀλίγον ξηρὸν ἄρτον τὰ πέντε τέκνα, βλασφημοῦσα ἅμα τὴν ὥραν ποὺ εἶχεν ὑπανδρευθῆ. Τὰ μεσάνυχτα ἐπέστρεψεν ὁ σύζυγός της· αὐτὴ τὸν ὕβρισε νευρικὴ μὲ φωνὴν ὀξεῖαν, ἐκεῖνος τὴν ἔδειρε μὲ τὴν ράβδον τὴν ὀζώδη, καὶ μετ᾿ ὀλίγον οἱ δύο ἐπλάγιασαν χωρὶς νὰ κάμουν τὴν προσευχήν των, καὶ ἤρχισαν νὰ ροχαλίζουν μὲ βαρεῖς τόνους. Ἔφυγεν ἐκεῖθεν ὁ Ἄγγελος.

Ἀνέβη εἰς μέγα κτίριον πλουσίως φωτισμένον. Ἦσαν ἐκεῖ πολλὰ δωμάτια μὲ τραπέζας, κ᾿ ἐπάνω των ἔκυπτον ἄνθρωποι μετροῦντες ἀδιακόπως χρήματα, παίζοντες μὲ χαρτία. Ὠχροὶ καὶ δυστυχεῖς, ὅλη ἡ ψυχή των ἦτο συγκεντρωμένη εἰς τὴν ἀσχολίαν ταύτην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε τὸ πρόσωπον μὲ τὰς πτέρυγάς του διὰ νὰ μὴ βλέπῃ κ᾿ ἔφυγε δρομαῖος.

Εἰς τὸν δρόμον συνήντησε πολλοὺς ἀνθρώπους, ἄλλους ἐξερχομένους ἀπὸ τὰ καπηλεῖα, οἰνοβαρεῖς, καὶ ἄλλους κατερχομένους ἀπὸ τὰ χαρτοπαίγνια, μεθύοντας χειροτέραν μέθην. Τινὰς εἶδε ν᾿ ἀσχημονοῦν, καὶ τινὰς ἤκουσε νὰ βλασφημοῦν τὸν Ἁι-Βασίλην ὡς πταίστην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε μὲ τὰς πτέρυγας τὰ ὦτα, διὰ νὰ μὴν ἀκούῃ, καὶ ἀντιπαρῆλθεν.

Ὑπέφωσκεν ἤδη ἡ πρωία τῆς πρωτοχρονιᾶς, καὶ ὁ Ἄγγελος διὰ νὰ παρηγορηθῇ, εἰσῆλθεν εἰς μίαν ἐκκλησίαν.

Ἀμέσως πλησίον τῆς θύρας εἶδεν ἀνθρώπους νὰ μετροῦν νομίσματα, μόνον πὼς δὲν εἶχον παιγνιόχαρτα εἰς τὰς χεῖρας· καὶ εἰς τὸ βάθος, ἀντίκρυσεν ἕνα ἄνθρωπον χρυσοστόλιστον καὶ μιτροφοροῦντα ὡς Μῆδον σατράπην τῆς ἐποχῆς τοῦ Δαρείου, ποιοῦντα διαφόρους ἀκκισμοὺς καὶ ἐπιτηδευμένας κινήσεις. Δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ἄλλοι μερικοὶ ἔψαλλον μὲ πεπλασμένας φωνάς: Τὸν Δεσπότην καὶ ἀρχιερέα!

Ὁ Ἄγγελος δὲν εὗρε παρηγορίαν. Ἐπῆρε τὰ πτερόεντα δῶρά του ― τὸ ἄστρον τὸ προωρισμένον νὰ λάμπῃ εἰς τὰς συνειδήσεις, τὴν αὔραν, τὴν ἱκανὴν διὰ νὰ δροσίζῃ τὰς ψυχάς, καὶ τὴν ζωήν, τὴν πλασμένην διὰ νὰ πάλλῃ εἰς τὰς καρδίας, ἐτάνυσε τὰς πτέρυγας, καὶ ἐπανῆλθεν εἰς τὰς οὐρανίας ἁψῖδας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου