Αύριο είναι η μέρα μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Γι’ αυτό το σημερινό μας άρθρο αφιερώνεται στους 353 χιλιάδες Έλληνες του Πόντου, που έπεσαν θύματα λανθασμένων επιλογών των κυβερνήσεων της Αθήνας, που δεν παρακολουθούσαν σωστά τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο και με τον τυχοδιωκτισμό, την ανευθυνότητα και το λαϊκισμό τους, τους κατέστησαν εύκολα θύματα της νεοτουρκικής και κεμαλικής βαρβαρότητας.
Το άρθρο μας σήμερα θα κινηθεί σε ιστορικό επίπεδο και θα παρουσιάσει συνοπτικά τα κυριότερα ιστορικά γεγονότα από τα Ορλωφικά μέχρι τις εκλογές του 1920, την Καταστροφή και την Ανταλλαγή των πληθυσμών, μια περίοδος που ειδικά στην τελευταία της φάση έχει πολλές ομοιότητες με αυτήν που περνά η χώρα μας στις μέρες μας.
Παρότι η παρουσία των Ελλήνων στον Πόντο και την Ανατολή ανάγεται στην αρχαιότητα, τη νεώτερη περίοδο οι ελληνικές κοινότητες παρουσιάζουν μεγάλη άνθιση περί τα τέλη του 18ου αιώνα. Κι αυτό οφείλεται στις ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργήθηκαν για τους Έλληνες με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, που υπεγράφη μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας, το 1774, μετά από οκταετή πόλεμο. Η νικήτρια του πολέμου Ρωσία επέβαλε στην Τουρκία ευεργετικούς όρους για τους Έλληνες, οι οποίοι πλέον αποκτούσανδικαίωμα ελεύθερης ναυσιπλοΐας των υπό ρωσική σημαία πλοίων τους στον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο και τη ΝΑ Μεσόγειο. Η συγκεκριμένη πρόνοια της συνθήκης έδωσε το δικαίωμα και τη δυνατότητα στους Έλληνες θαλασσοπόρους να αποκτήσουν εκατοντάδες εμπορικά πλοία, μέσω των οποίων οι Έλληνες μετετράπησαν σε κυρίαρχη εμπορική και οικονομική δύναμη στις παράλιες πόλεις των ως άνω θαλασσών, ενώ ο ελληνόκτητος στόλος αποτέλεσε το κυρίαρχο στοιχείο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας του 1821.
Επίσης, με την ίδια συνθήκη η Ρωσία ανακηρύχθηκε προστάτης όλων των Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των οποίων τα δικαιώματα ισχυροποιήθηκαν ακόμα περισσότερο με τα διατάγματα των Ρόδων-Τανζιμάτ (1938) και του Χάτι Χουμαγιούν (1865).
Το κέρδος του Ελληνισμού από τη Συνθήκη του Κιουτσιούκ Καϊναρτζή δεν ήταν χωρίς κόστος για τους Έλληνες, οι οποίοι πλήρωσαν σκληρό τίμημα, όταν παρεσύρθησαν από τους αδελφούς Ορλώφ να επαναστατήσουν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για να ανοίξουν ένα δεύτερο μέτωπο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και να ανακουφιστεί ο ρωσικός στρατός, που αντιμετώπιζε την πίεση των Τατάρων και των Οθωμανών στις όχθες του Δνείπερου. Την εξέγερση του 1770, που έμεινε γνωστή ως Ορλωφικά, που δεν είχε καμία κεντρική προετοιμασία και εθνικό σχεδιασμό, οι Οθωμανοί την έπνιξαν στο αίμα στην Κρήτη, με θύμα τον ηρωικό ηγέτη των Σφακίων, Ιωάννη Δασκαλογιάννη, ενώ στο Μοριά έφεραν πάνω από δέκα χιλιάδες μουσουλμάνους Αλβανούς, οι οποίοι κατέστρεφαν ολόκληρο το Μοριά επί εννέα χρόνια, περίοδος που ονομάστηκε αλβανοκρατία.
Εκείνο το διάστημα, δεκάδες χιλιάδες Έλληνες του Μοριά εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και εγκαθίστανται σε πόλεις της Μικράς Ασίας, όπως τα Βουρλά, το Σεβντίκιοϊ, η Σμύρνη, ο Τσεσμές, το Αϊβαλί, οι Φώκιες, η Προύσα, προστατευόμενοι από τη Ρωσία, ενώ επίσης δεκάδες χιλιάδες Έλληνες των ελληνικών νησιών εγκαθίστανται στην Κριμαία και την Αζοφική, όπου δημιουργείται μια μικρή Ελλάδα.
Κάτω από τις συνθήκες και υπό την προστασία της Ρωσίας, οι ελληνικές κοινότητες της Θράκης, του Πόντου και της Ανατολής διάγουν περίοδο ακμής και άνθισης σε πληθυσμιακό, οικονομικό, θρησκευτικό και εκπαιδευτικό επίπεδο. Η κατάσταση αυτή ενισχύεται ακόμα περισσότερο, όταν κατασκευάζεται το σιδηροδρομικό δίκτυο στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Μερσίνα, τα Άδανα, το Ικόνιο, την Καισάρεια και τη Σεβάστεια.
Έναν αιώνα μετά οι Έλληνες γίνονται η κυρίαρχη οικονομική και εκπαιδευτική δύναμη στην Ανατολή, ενώ ο ελληνικός παράγοντας δεσπόζει στις παράλιες περιοχές του Ευξείνου, του Αιγαίου, της ΝΑ Μεσογείου καθώς και στα μεγάλα πληθυσμιακά και εμπορικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βαλκανικής.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί φόβους στη Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που θεωρούν ότι αν δεν γίνει κάτι, οι Έλληνες θα αποτελέσουν απειλή για τα συμφέροντά τους. Αυτό το «κάτι» ήταν για τους Ρώσους η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας, που οδήγησε στις σφαγές και τον εκπατρισμό εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Ανατολικής Ρωμυλίας, και για τους Οθωμανούς ήταν το σχέδιο της γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής, το οποίο εκτέλεσαν οι Νεότουρκοι το 1914-1918 και ο Μουσταφά Κεμάλ, το 1919-1924.
Το ελλαδικό κράτος, αυτές τις δυο περιόδους που σφαγιάστηκαν 353 χιλιάδες Έλληνες του Πόντου και περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Έλληνες της Θράκης, του Πόντου και της Ανατολής, επιδεικνύει χαρακτηριστική αδυναμία να αναπτύξει μια στρατηγική προστασίας του εξωελλαδικού ελληνισμού. Τουναντίον, οι κυβερνήσεις της Αθήνας, με τις επιλογές τους, αντί να προστατέψουν θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή αλλά και την παρουσία των Ελλήνων στα ιερά χώματα του Πόντου και της Ανατολής, των οποίων η παρουσία τερματίζεται το 1924, με την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής Ανταλλαγής των Πληθυσμών, που αποτελούσε καταστροφική πρόνοια της Συνθήκης της Λοζάνης.
Η Γενοκτονία, η Μικρασιατική Καταστροφή και ο Ξεριζωμός, που αποτελούν τη μεγαλύτερη καταστροφή που υπέστη ο Ελληνισμός από αρχής της Ιστορίας, είναι αποτέλεσμα του τυχοδιωκτισμού, της ανευθυνότητας και του λαϊκισμού των Ελλήνων πολιτικών της εποχής, τους οποίους, τηρουμένων των αναλογιών, ανταγωνίζονται οι πολιτικοί της σήμερον με τις επιλογές τους την περίοδο αυτή, που κρίνεται το μέλλον της χώρας.
Τότε, αφού είχε προηγηθεί ο Εθνικός Διχασμός και η απόβαση ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία, χωρίς εγγυήσεις κάποιας διεθνούς συμφωνίας, το φιλοβασιλικό κόμμα συνασπιζόμενο με όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, κέρδισε τις εκλογές, που για ακατανόητο λόγο προκήρυξε ο Βενιζέλος, το Νοέμβριο του 1920, εν μέσω πολέμου, με κεντρικό σύνθημα το «Οίκαδε», που σήμαινε άμεση επιστροφή του στρατού στην Ελλάδα.
Τα αποτελέσματα γνωστά. Οι φιλοβασιλική παράταξη κατέβηκε στις εκλογές συνασπιζόμενη με όλες τις άλλες πολιτικές δυνάμεις εναντίον των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου, πήρε τις εκλογές και αντί για την επιστροφή του στρατού, είχαμε την επέκταση του μικρασιατικού μετώπου στην Κόκκινη Μηλιά, την κατάρρευση, τον Αύγουστο του 1922, και την Καταστροφή.
Σήμερα, ελέω Γιώργου Παπανδρέου και της κοινοβουλευτικής του ομάδας που τον καταχειροκροτούσε όρθια αλλεπάλληλες φορές για τα επιτεύγματά του (!), η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη στα νύχια των διεθνών τοκογλύφων και ο ελληνικός λαός υφίσταται τις καταστροφικές συνέπειες του μνημονίου. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που εκμεταλλευόμενες την κόπωση και την έλλειψη ελπίδας του ελληνικού λαού, όπως τότε, στο αδιέξοδο της εμπλοκής μας στη Μικρά Ασία, βροντοφωνάζουν το «Οίκαδε» με σημερινούς όρους, κλίνοντας σε κάθε κλίση το «ΟΧΙ στο Μνημόνιο», υποσχόμενοι την επιστροφή της ελπίδας, που σε παραλληλισμό με την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, μπορεί να πάρει και το σχήμα της δραχμής.
Υπάρχουν και άλλες θλιβερές ομοιότητες στη συμπεριφορά του πολιτικού κόσμου της χώρας σήμερα, που ανταγωνίζονται σε ανευθυνότητα, τυχοδιωκτισμό και λαϊκισμό τους πολιτικούς της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το θέμα είναι αν θα υπάρχουν ομοιότητες στη συμπεριφορά του θύματος, του ελληνικού λαού, αφού είναι γνωστό ότι η ιστορία διδάσκει.
Οψόμεθα εις τις 17 Ιουνίου...