Από το, η «Ελλάδα ανήκει στους έλληνες», στο, η «Ελλάδα ανήκει στους δανειστές της». Από το πατριωτικό στο μετα-εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ.
Ο «αυταρχικός κρατισμός» της μεταπολιτευτικής κυβέρνησης Καραμανλή, προσπάθησε να συμφιλιώσει την μεταπρατική και ενδογενή ελληνική αστική τάξη με τις λαϊκές μάζες, μέσω μιας φιλελεύθερης πολιτικής που επέτρεπε στον ελληνικό καπιταλισμό να ελέγχει το πολιτικό παιχνίδι, τα κόμματα και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Το «Καραμανλής ή τανκς», έθετε το δίλημμα: στρατιωτικό κράτος ή αυταρχικό, με φιλελεύθερο πρόσημο. Με άλλα λόγια, η Δημοκρατία έχει τα όριά της και ανήκει στην αστική τάξη.
Ανδρεϊσμός: Ο «λαός στην εξουσία» ή εξουσία με λαϊκή νομιμοποίηση.
Εντούτοις, ο αναπτυσσόμενος ριζοσπαστισμός, βάζει σε δοκιμασία τον Καραμανλικό πατερναλιστικό κρατισμό. Το ΠΑΣΟΚ, αναλαμβάνει την εξουσία αξιοποιώντας τα αντιδεξιά συνθήματα και γίνεται το ηχείο της μικροαστικής ιδεολογίας». Ο Ανδρεϊκός λαϊκισμός με την συναφή εθνικιστική ρητορική του, επέτρεψε την νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος και κυρίως την ενσωμάτωση της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε ένα απλό σχήμα: οι εκπρόσωποι του λαού καταλαμβάνουν το κράτος και επιτυγχάνεται η λαϊκή κυριαρχία. Αυτό που πέτυχε το Ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ, ήταν το πάγιο αίτημα του ελληνικού καπιταλισμού να αποσοβηθούν οι ταξικές συγκρούσεις μέσω της λαϊκής και εθνικιστικής ρητορείας. Κατά τη δεκαετία του 1980 είναι φανερό ότι το σχήμα δεξιά-αντιδεξιά παύει να λειτουργεί και το πολιτικό σύστημα βιώνει ισχυρή κρίση αντιπροσώπευσης. Ο ελληνικός καπιταλισμός διά του ΣΕΒ, κρούει το κώδωνα του κινδύνου, με την επισήμανση ότι οι ανακοπή της κερδοφορίας οφείλεται στην πολιτική τιμών και εισοδημάτων.
Σημιτισμός: «Εκσυγχρονισμός» ή εξουσία χωρίς λαό.
Η εκλογή του Σημίτη στα 1996 με την καταγγελία Τσοβόλα για «δεξιά στροφή» του κόμματος, σηματοδοτεί το νέο ιδεολογικό πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ. Η εκσυγχρονιστική ανασυγκρότηση της χώρας, παρά το μίγμα νεοφιλελευθερισμού και Κεϋνσιανισμού, θα προσανατολισθεί με βάση τα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχ, στον δρόμο προς την ΟΝΕ. Η μονεταριστική πολιτική, μέσω της μείωσης των δαπανών, και της εισαγωγής του συστήματος ευέλικτης εργασίας, θα επιτρέψει ρυθμούς ανάπτυξης πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ των 15. Και ενώ οι μισθολογικές αυξήσεις είναι πολύ κάτω από τα ποσοστά αύξησης της παραγωγικότητας, οι επιχειρήσεις βλέπουν να αυξάνεται σημαντικά η κερδοφορία τους. Η εκροή ελληνικού επενδυτικού κεφαλαίου εντείνεται, ενώ η τραπεζική κερδοφορία φτάνει στα ύψη. Η εκσυγχρονιστική ανασυγκρότηση του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ, κατάφερε να κάνει την ελληνική αστική τάξη περήφανη. Ο ελληνικός καπιταλισμός στις μεγάλες του δόξες. Το ακροατήριο του σημιτικού ΠΑΣΟΚ άλλαξε δραματικά-σε σημείο σύγκλισης με εκείνο της ΝΔ-αφού οι συγκεκριμένα συμφέροντα βγήκαν ωφελημένα από τον οικονομικό εκσυγχρονισμό.
Ο εκσυγχρονισμός κατάφερε να αντικαταστήσει την εθνική ρητορική του ανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, με το σύνθημα της «ισχυρής Ελλάδας», που έγινε το νέο εθνικό σχέδιο του διεθνοποιημένου ελληνικού καπιταλισμού. Ταυτόχρονα, το άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας στην παγκοσμιοποιημένη αγορά και την τεχνολογική εξέλιξη εμφανίστηκε ως μονόδρομος. Το μέγιστο όμως ιδεολογικό επίτευγμα του εκσυγχρονισμού είναι η αποψίλωση της πολιτικής Αυτό όμως στο οποίο διέπρεψε ο εκσυγχρονισμός είναι η δημιουργία μιας αντίληψης για την πολιτική χωρίς λαό. Η κοινωνία παύει να είναι λαός αλλά αποδέκτης των τεχνοκρατικών αποφάσεων των κομματικών ελίτ που στοχεύουν στην οικονομική αποτελεσματικότητα. Η υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών, των εργασιακών κεκτημένων και η αντίσταση στην απορρύθμιση, καταγγέλλεται ως λαϊκισμός. Για τον εκσυγχρονισμό, ο λαός, οι κοινωνικές τάξεις και τα αντικρουόμενα συμφέροντα παύουν να υπάρχουν. Τη θέση τους παίρνει η κοινωνία των πολιτών, μια άχρωμη μικροαστική μάζα, που μαζί με τους διαχειριστές του κράτους ασκεί την διακυβέρνηση με σκοπό την αειφόρο οικονομική ανάπτυξη. Η κοινωνία των πολιτών, το νέο υποκείμενο που αντικαθιστά τον λαό, νομιμοποιεί ταυτόχρονα τον περιορισμό του κοινωνικού, δημόσιου προνοιακού κράτους. Το νέο κράτος, δια του κόμματος και πιο συγκεκριμένα του τεχνοκρατικού επιτελείου του αρχηγού, λειτουργεί παιδευτικά και καθοδηγητικά. Το σημιτικό ΠΑΣΟΚ, απηχώντας τις εκκλήσεις του ΣΕΒ και των τραπεζιτών, πρόβαλλε την αντίληψη ενός συναινετικού κράτους και μιας αποϊδεολογικοποιημένης πολιτικής, σύμφωνα με την οποία, Δημοκρατία είναι η διαδικασία ώστε οι ψηφοφόροι να επιλέγουν τους κυβερνήτες τους.
Μνημονιακό ΠΑΣΟΚ: νεοφιλελευθερισμός ή..τανκς.
Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου είναι το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, του οποίου ο ιδεολογικός λόγος καθορίζεται κυρίως από τα αιτήματα των ντόπιων τραπεζιτών, οι οποίοι κατέχουν μερίδιο στην παγκόσμια χρηματιστική αγορά. Η πολυπολιτισμικότητα και η παγκοσμοποιημένη οικονομία ακυρώνουν κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Κυρίαρχος του παιχνιδιού είναι το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, που θα επιβάλλει την τάξη. Το κράτος ανήκει στην νέα εξουσία και όλες οι εξουσίες πηγάζουν από αυτή, την χρηματιστική εξουσία. Οι ελίτ της διακυβέρνησης αντλούν την νομιμοποίησή τους από αυτή την χρηματιστική παγκοσμιοποιημένη αγορά, η οποία δεν απαιτεί απλά, αλλά εκβιάζει την νεοφιλελεύθερη συναίνεση. Οι νέοι κοσμοκράτορες αγοράζουν και πουλούν τα πάντα κατά βούληση: πατρίδες, χώρες και λαούς.
Ιδού πως ο υπουργός Λοβέρδος εκφράζει το νέο ιδεολογικό δόγμα του μετα-εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ: «Κοιτάξτε, η ενότητα είναι βάση για να προχωρήσουμε. Για να κλείσω την προηγούμενη σκέψη αμέσως να την κλείσω και να μπω σε αυτό που μου λέτε τώρα, ολοκληρώνω ως εξής: τη χρειαζόμασταν μόνο στο εσωτερικό για την ασφάλεια των πολιτών, τώρα τη χρειαζόμαστε και εκτός συνόρων για την ασφάλεια αυτών που μας δανείζουν ότι δεν θα χάσουν τα χρήματά τους με κουρέματα, ή πτωχεύσεις.» (Συνέντευξη υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κ. Ανδρέα Λοβέρδου στο ρ/σ Real fm., 30/5/11).
Ταυτόχρονα, ο υπερμεγέθης αντιπρόεδρος θέτει το ζήτημα στην ουσία του:«μεσοπτόθεσμο ή τανκς». Έτσι άλλωστε ξεκίνησε ο κύκλος της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Το μετα-εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ εφαρμόζει όχι μόνο την πιο δραματική αναδιανομή εισοδήματος σε όφελος της άρχουσας τάξης, αλλά και σε απροκάλυπτη παράδοση της εξουσίας στους τραπεζίτες, με την ακύρωση κάθε έννοιας λαϊκής κυριαρχίας. Αν η χούντα του Παπαδόπουλου ήταν πιο οξυδερκής, θα είχε προτείνει το αντίστροφο: «τάνκς ή κοινοβουλευτική δικτατορία» και θα είχε αποφύγει την λεγόμενη «δημοκρατική εκτροπή».
Η κρίση αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Αντίθετα από τις τεχνοκρατικές, οικονομιστικές, ηθικές και πολιτισμικές ερμηνείες της δημοσιονομικής κρίσης που οδηγεί στην μπανανοποίηση της χώρας, μέσω της πολιτικής ξεπουλήματος των πλουτοπαραγωγικών της πηγών, η κρίση είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εισήγαγε ο Μητσοτάκης και εμπέδωσε το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, όσο και η κυβερνητική ομάδα της «επανίδρυσης του κράτους», είχαν ως αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό των δημοσιονομικών και του παραγωγικού ιστού της χώρας. Η γενικευμένη απορρύθμιση ταυτόχρονα με την ιδεολογική υπονόμευση του κοινωνικού κράτους από τις κομματικές ελίτ, κατέστησαν το κράτος σε κατάσταση πλήρους αναποτελεσματικότητας και αποδιοργάνωσης.
Επιπλέον, η νέα άρχουσα αστική τάξη των τραπεζιτών, που ελέγχει κατ’ ουσία την παλιά ενδογενή αστική τάξη και τις πολιτικές ελίτ, καταχρέωσε τη χώρα δημιουργώντας μια τεράστια φούσκα μέσω του δανεισμού, που της επέφερε τεράστια κέρδη, ενώ διεκδίκησε διαγραφή χρεών, μειωμένη φορολογία, οικονομικές εγγυήσεις και ρευστό. Πάντα βέβαια στα πλαίσια της ΕΚΤ, της ΟΝΕ και της ΕΕ.
Πάραυτα, οι υπεύθυνοι της κρίσης συνεχίζουν να κατηγορούν το κοινωνικό κράτος και τον λαό για τα χάλια της οικονομίας, απαιτώντας να πληρώσει αυτός για την κρίση που δημιούργησαν οι ίδιοι, και ταυτόχρονα αξιοποιούν την κρίση για μεγαλύτερα κέρδη, αφού η νέα καπιταλιστική τάξη προσδοκά ιδιαίτερο ρόλο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ο λαός άλλωστε ποτέ δεν υπήρξε. Η Γ Ελληνική Δημοκρατία ήταν ένα φιάσκο ή στην καλύτερη περίπτωση ένα μύθευμα της εγχώριας καπιταλιστικής τάξης για την απασφάλιση της κοινωνικής δυναμικής. Οι ιδιοκτήτες της «δημοκρατίας μας» είναι και παραμένουν, η άρχουσα τάξη και η πολιτική ελίτ. Ο μετεμφυλιακός πολιτικός κύκλος ποτέ δεν έκλεισε.
Συνεπώς.:
«Η χούντα δεν τελείωσε το ‘73».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου