Ο επίλογος στο φιάσκο της έκτακτης φορολόγησης των Ελλήνων εφοπλιστών γράφτηκε την Τρίτη στη Βουλή, με την κατάθεση εκπρόθεσμης τροπολογίας σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας.
Η κυβέρνηση Σαμαρά απέδειξε για μία ακόμα φορά τη δέσμευσή της στο εφοπλιστικό κεφάλαιο, καταργώντας τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της έκτακτης εισφοράς των εφοπλιστών, που είχε νομοθετηθεί στα τέλη του 2013, επειδή η οικειοθελής προσέλευση των πάμπλουτων «αρωγών της πατρίδας» αποδείχτηκε ιδιαιτέρως φτωχή.
Η κατάθεση της εκπρόθεσμης τροπολογίας, που υπογράφεται από τους υπουργούς Οικονομικών, Γκίκα Χαρδούβελη, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Ανδρέα Λοβέρδο, Τουρισμού, Όλγα Κεφαλογιάννη και Ναυτιλίας και Αιγαίου, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση αποφεύγει να γίνει ολοκληρωμένη συζήτηση στη Βουλή, για να μην αναγκαστεί να απαντήσει στα κόμματα της αντιπολίτευσης για τη σκανδαλωδώς ευνοϊκή μεταχείριση των Ελλήνων εφοπλιστών.
Άλλωστε, όλο το προηγούμενο διάστημα κωλυσιεργούσε να δώσει, επικαλούμενη απίθανες δικαιολογίες, όπως «τεχνικές δυσκολίες», για τη μη είσπραξη των χρηματικών ποσών που υποχρεούνταν να καταβάλουν οι εφοπλιστές. Η ερώτηση βουλευτών του ΚΚΕ δε, από τον περασμένο Απρίλιο, παρέμενε αναπάντητη ως προς το σκέλος του ποσού που κατέβαλαν οι ναυτιλιακές εταιρείες με βάση το συνυποσχετικό οικειοθελούς φορολόγησης των εφοπλιστών, καθώς και τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές off-shore εταιρείες στην Ελλάδα από το 2009 έως το 2013.
Την κατάργηση της υποχρεωτικής έκτακτης φορολόγησης των Ελλήνων εφοπλιστών είχε προαναγγείλει ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης τον Ιούλιο, με το επιχείρημα ότι «καθιστά το ελληνικό πλοίο ασύμφορο»!
Πίσω από τις δικαιολογίες του υπουργού Ναυτιλίας, βρίσκονται οι έντονες πιέσεις των Ελλήνων εφοπλιστών, που ασκούσαν από τον Ιανουάριο, για να αποσυρθεί η προηγούμενη νομοθετική ρύθμιση. Οι «απειλές» περί φυγής πλοίων από το εθνικό νηολόγιο διατυπώθηκαν από τα πλέον επίσημα χείλη, όπως τον πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, κ. Θεόδωρο Βενιάμη. Βέβαια, η «υποστολή» της ελληνικής σημαίας από τα πλοία τους, αποτελεί πάγια τακτική Ελλήνων εφοπλιστών, η οποία εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια. Το δε τελεσίγραφο «δεν πληρώνω» προς την κυβέρνηση, πλαισίωναν επίσης με κορώνες περί αντισυνταγματικότητας.
Με τη νέα τροπολογία, αποκτά ισχύ νόμου το συνυποσχετικό που είχε υπογραφεί μεταξύ του πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, και της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, το καλοκαίρι το 2013.
Τα συμφωνηθέντα 420 εκατ. ευρώ προβλέπεται πλέον να κατανεμηθούν, αντί σε τρία, σε τέσσερα χρόνια (2014, 2015, 2016 και 2017), κατά το ποσό των 105 εκατ. ευρώ ετησίως, έναντι των 140 εκατ. ανά χρόνο που προβλέπονταν στον ορίζοντα της τριετίας. Επίσης, το ποσό που αναλογεί στο 2017 προβλέπεται να καταβληθεί έως τον Φεβρουάριο του εν λόγω έτους, ώστε να προσμετρηθεί στα κρατικά έσοδα του 2016.
Για φέτος, η καταβολή της οικειοθελούς παροχής ορίζεται να γίνει έως το τέλος Οκτωβρίου. Αν στο τέλος της περιόδου το ποσό που συγκεντρωθεί είναι χαμηλότερο των 420 εκατ. ευρώ, η εφοπλιστική κοινότητα έχει την υποχρέωση να προτείνει τρόπους κάλυψης της διαφοράς. Στην αντίθετη περίπτωση, το ποσό που υπερβαίνει τα 420 εκατ. θα διατεθεί υπέρ του «ειδικού σκοπού του Κεφαλαίου της Ναυτικής Εκπαίδευσης». Σημειώνεται ότι το ζήτημα της Ναυτικής Εκπαίδευσης και της ίδρυσης ιδιωτικών ναυτικών σχολών αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ εφοπλιστών-κυβέρνησης και ναυτεργατικών σωματείων. Οι ναυτεργάτες καταγγέλλουν ότι σε περίπτωση ίδρυσης ναυτικών σχολών από εφοπλιστές, καθώς οι Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού αφήνονται στην υποβάθμιση, θα δεχτούν νέο χτύπημα τα εργασιακά τους δικαιώματα, εισάγοντας όρους «γαλέρας» για τους Έλληνες ναυτικούς.
Επιστρέφοντας στην επίμαχη τροπολογία, σε σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Αυγή» σημειώνεται επιπλέον ότι η εθελοντική συνεισφορά δίνει τη δυνατότητα στους εφοπλιστές να δηλώνουν όποιες από τις εταιρείες τους επιθυμούν, έχοντας τη δυνατότητα να αποκρύψουν μεγάλα ποσά.
Εντύπωση, πάντως, προκαλεί ότι η κυβέρνηση συνεχίζει την προκλητική φοροασυλία των Ελλήνων εφοπλιστών, παρά τις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί προστατευτισμού που εναντιώνεται στο πλαίσιο του ελεύθερου ανταγωνισμού. Φαίνεται όμως ότι οι απαιτήσεις των Βρυξελλών αποτελούν «μονόδρομο», μόνο όταν δεν πλήττονται τα συμφέροντα ισχυρών συμμάχων της κυβέρνησης, όπως οι «ιερές αγελάδες» της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου