Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Θράκη: Ο Ερντογάν συνεχίζει να προκαλεί, χωρίς αντιστάσεις




Η θέση της Άγκυρας για την Ελληνική Θράκη είναι σαφής και έχει εκφραστεί με πάρα πολλούς τρόπους. Οι σχεδιασμοί της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας εδώ και δεκαετίες στρέφονται στην τουρκοποίηση της Θράκης και αυτή η «διάθεση» είναι γνωστοί τοις πάσι. Οι προκλήσεις που δέχεται η Ελλάδα για την Θράκη γίνονται ολοένα και συχνότερες, ολοένα και εντονότερες, ενώ έχει καταστεί σαφές πως η υποχωρητικότητα της Ελληνικής πλευράς έχει δώσει το δικαίωμα της ποιοτικής αναβάθμισης αυτών των τουρκικών προκλήσεων.

Το χειρότερο όλων δεν είναι το ότι ο κάθε Ερντογάν του παρελθόντος ή του παρόντος ασκεί επιθετική διπλωματία απαιτήσεων ή «ανταλλαγών» με την Ελλάδα, που σχεδόν πάντα έχουν στο κέντρο των τουρκικών αιτημάτων την Θράκη.

Το χειρότερο είναι πως από την Ελληνική πλευρά δεν υπάρχει απάντηση στις αισχρές τοποθετήσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

Δεν γνωρίζουν οι Έλληνες συνομιλούντες με τον εκάστοτε τούρκο αξιωματούχο την σειρά των τουρκικών απαιτήσεων; Δεν γνωρίζουν πως οφείλουν σε κάθε συνάντηση με τουρκικές αντιπροσωπείες (κάθε είδους) να είναι προετοιμασμένοι, να έχουν μελετήσει και να έχουν συμβουλευτεί ειδικούς επί της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής σχετικά με την Θράκη;

Πόσο έξυπνοι μπορούν να θεωρούνται εκείνοι οι Έλληνες που σιωπούν όταν ακούνε τον κάθε Ερντογάν να απαιτεί παραβιάζοντας την υπογεγραμμένη (και από την Τουρκία) συνθήκη της Λοζάνης (αν και το βασικό ερώτημα πρέπει να μετατεθεί στο αν γνωρίζουν οι Έλληνες συνομιλούντες την συνθήκη της Λοζάνης);

Είναι δυνατόν να ανέχονται οι Ελληνικές κυβερνήσεις ευθείες παρεμβάσεις σε εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας και μάλιστα παρεμβάσεις – απαιτήσεις τέτοιου τύπου που ούτε η ίδια η Τουρκία εφαρμόζει στην τουρκική επικράτεια; Πόσο ανίδεοι ή πόσο επικίνδυνοι μπορούν να θεωρηθούν οι εκάστοτε Έλληνες συνομιλούντες με τούρκους αξιωματούχους (πολιτικούς και διπλωμάτες);

Λίαν προσφάτως, λοιπόν, ο Τούρκος πρωθυπουργός ζήτησε ανταλλάγματα για να λειτουργήσει (όπως υποχρεούται) η θεολογική Σχολή της Χάλκης. Και αντί να του απαντήσουν οι συνομιλούντες και να του τονίσουν πως η υποχρέωση λειτουργίας της θεολογικής Σχολής αφορά την Τουρκία και τις υποχρεώσεις της έναντι του Διεθνούς Δικαίου, ο τούρκος πρωθυπουργός έθεσε δύο παλαιά ζητήματα – αιτήματα της τουρκικής διπλωματίας:

Α. μίλησε για τούρκους που μένουν στην Ελληνική Θράκη και
Β. ζήτησε να μπορεί η Τουρκία (ή οι τούρκοι της Θράκης) να εκλέγουν τον μουφτή (θρησκευτικό ανώτερο αξιωματούχο)

Κανένας, λοιπόν, δεν βρέθηκε για να πει στον λαλίστατο τούρκο πρωθυπουργό πως, με βάση τη Συνθήκη της Λοζάνης, στην Ελληνική Θράκη ΔΕΝ υπάρχουν τούρκοι πολίτες, αλλά Έλληνες μουσουλμάνοι… πως η αναφορά του αντίκειται στα όσα έχει αποδεχθεί και υπογράψει η Τουρκία στη Συνθήκη της Λοζάνης, και ως εκ τούτου δεν δύναται να αναφέρει και να ζητάει κάτι που ΔΕΝ υφίσταται, επειδή παραβιάζει την συνθήκη και ατιμάζει την υπογραφή εκείνων που αποδέχθηκαν τα όσα σαφέστατα καταγράφονται στην συγκεκριμένη συνθήκη.

Επίσης, δεν βρέθηκε κανένας να του πει πως με την συγκεκριμένη του στάση παραβιάζει τις σχέσεις καλής γειτονίας με την Ελλάδα και παρεμβαίνει στα εσωτερικά της χώρας μας, δημιουργώντας κακό προηγούμενο και ίσως οι δηλώσεις του αυτές να αποτελέσουν αιτία (ή αφορμή) για διατάραξη της ειρήνης και της ασφάλειας των πολιτών (Ελλήνων και μουσουλμάνων) που ζούνε στην Ελλάδα.

Τέτοιου είδους λεγόμενα και συμπεριφορές μπορούν να αποτελέσουν βασική αιτία διακοπής διακρατικών σχέσεων και διωγμού διπλωματικού προσωπικού και παύσης λειτουργίας πρεσβειών και προξενείων που διατηρεί η Τουρκία στην Ελλάδα… και εάν ο ίδιος –ως πρωθυπουργός της Τουρκίας-επιθυμεί τις αγαστές σχέσεις με την Ελλάδα, οφείλει πρώτος να δίνει το παράδειγμα και να είναι προσεκτικός στις δηλώσεις του, προκειμένου να μην βρεθούν μιμητές του σε χαμηλότερα στάδια της τουρκικής πολιτικής και διπλωματίας.

Στο δεύτερο επιχείρημα του τούρκου πρωθυπουργού (να εκλέγονται και να μην διορίζονται από το κράτος οι μουφτήδες της Θράκης), πολύ άνετα ο οποιοσδήποτε μπορεί να υπενθυμίσει στον κύριο Ερντογάν, πως ούτε στην Τουρκία (που είναι μουσουλμανικό κράτος) δεν εκλέγονται οι μουφτήδες!!! Δεν υπάρχει ΚΑΝΕΝΑΣ απολύτως λόγος να γίνεται κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και μάλιστα να το ζητάει η Τουρκία που δεν το εφαρμόζει στην δική της επικράτεια. Και δεν πρόκειται για επιχείρημα, αλλά για γεγονός, το οποίο –για άγνωστους λόγους- κανένας Έλληνας (πολιτικός) δεν έχει αντιγυρίσει στον οποιοδήποτε τούρκο αξιωματούχο που μιλάει για εκλογή μουφτή στην Θράκη.

Δυστυχώς, οι εκάστοτε Έλληνες συνομιλούντες με Τούρκους, είναι από αδαείς, τουρκολάγνοι, έως και φοβικοί απέναντι στους τούρκους συνομιλητές τους, και με την συμπεριφορά τους αυτή εκθέτουν σε μεγάλους κινδύνους Ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Καλό θα ήταν, να προτιμούν να μην λένε τίποτε ή να αποφεύγουν οποιαδήποτε επικοινωνία με την τουρκική πλευρά, εάν δεν γνωρίζουν… Η άγνοια μεταβάλλεται σε μέγιστο κίνδυνο, όταν τα θέματα συζήτησης είναι εθνικού περιεχομένου. Και αυτού του είδους η άγνοια δεν επιτρέπεται…

  • Ερντογάν: Θέλουμε να εκλέγουμε Μουφτή στη Θράκη

«Είπαμε στον τούρκο πρωθυπουργό ότι πρέπει και υποχρεούται να ανοίξει την θεολογική σχολή της Χάλκης και εκείνος μας είπε πρέπει και η Ελλάδα κάτι να μας δώσει, τότε του θύμισα ότι με τους μεγάλους σεισμούς στην Τουρκία η Ελλάδα βοήθησε».

Τη δήλωση αυτή έκανε ο γνωστός μεγαλοεπιχειρηματίας ελληνοαμερικανός John Catsimatides λίγα 24ωρα μετά την συνάντηση που είχε ο τούρκος πρωθυπουργός με την ειδική επιτροπή που έχει συσταθεί στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής υπό τον Αρχ. Δημήτριο για τις θρησκευτικές ελευθερίες.

Τι άλλο ζήτησε ο τούρκος πρωθυπουργός; «Θέλει και η Τουρκία κάτι, μας είπε, θέλει να εκλέγει τον Μουφτή της στην Θράκη που κατοικείται από τούρκους Μουσουλμάνους». 

Στην συνάντηση κυρίαρχο θέμα ήταν το ζήτημα των θρησκευτικών ελευθεριών και το ζήτημα της Χάλκης καθώς και τα δικαιώματα της Ελληνικής κοινότητας στην Τουρκία που ολοένα συρρικνώνεται.

Η συνάντηση του τούρκου πρωθυπουργού με την ελληνική αντιπροσωπεία, που σχεδόν πέρασε στα ψηλά του ελληνικού τύπου προΐστατο ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Δημήτριος και έγινε την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ με τον Πρωθυπουργό της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά την διάρκεια της επίσκεψης του Τούρκου Πρωθυπουργού στη Νέα Υόρκη για τις εναρκτήριες εργασίες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Σύμφωνα με το ανακοινωθέν της Ιεράς Αρχ. Αμερικής που εκδόθηκε αρκετά μετά την συνάντηση τονίζεται ότι «Κατά την διάρκεια της συναντήσεως που διήρκεσε 45 λεπτά, ο Αρχιεπίσκοπος ως Έξαρχος του Οικουμενικού Θρόνου στην Αμερική, ευχαρίστησε τον Τούρκο Πρωθυπουργό εκ μέρους της Ελληνικής Ορθοδόξου Αρχιεπισκοπής Αμερικής για ορισμένες θετικές ενέργειες της Τουρκικής κυβερνήσεως που αφορούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Συγκεκριμένα, για την πρόσφατη απόφαση της να επιστρέψει περιουσίες ιδιοκτησίας των μειονοτήτων της Τουρκίας, για την εφαρμογή διαδικασίας με την οποία Ιεράρχες του Οικουμενικού Πατριαρχείου μπορούν να κάνουν αίτηση για την απόκτηση Τουρκικής υπηκοότητας, που έχει ως αποτέλεσμα την διεύρυνση του εκλεκτορικού σώματος για Πατριαρχική εκλογή, για την δυνατότητα που δόθηκε στον Οικουμενικό Πατριάρχη να λειτουργεί σε διάφορους ιστορικούς ναούς και μονές της Μικράς Ασίας και του Πόντου, όπως το πρόσφατο παράδειγμα στην Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα και τέλος για την επιστροφή του Ορφανοτροφείου της Πριγκήπου.

Επιπλέον, ο Αρχιεπίσκοπος επανέλαβε προς τον Τούρκο Πρωθυπουργό το σταθερό αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, η οποία παραμένει κλειστή επί 40 χρόνια. Στη συζήτηση που ακολούθησε ο κ. Ερντογάν ευχαρίστησε τον Αρχιεπίσκοπο για την επίσκεψή του και τον διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα συνεχίσει να επεξεργάζεται τα θέματα που αφορούν στα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των άλλων μειονοτήτων της Τουρκίας.

Τον Αρχιεπίσκοπο συνόδευαν κατά την επίσκεψή του με τον Πρωθυπουργό ο κ. Μιχαήλ Τζαχάρης, αντιπρόεδρος του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου, ο Δρ. Αντώνιος Λυμπεράκης, διοικητής του Τάγματος του Αγίου Ανδρέα, ο κ. Τζον Κατσιματίδης, προεδρεύων της Επιτροπής Θρησκευτικών Ελευθεριών του Τάγματος του Αγίου Ανδρέα, ο κ. Ντένις Μιέλ, μέλος της ως άνω επιτροπής και ο π. Αλέξανδρος Καρλούτσος , βοηθός του Αρχιεπισκόπου επί Δημοσίων Σχέσεων και Διευθυντής του γραφείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις ΗΠΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου