Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

ΝΟΜΙΖΕΣ ΠΩΣ ΗΣΟΥΝ ΚΑΤΙ ΑΝΩΤΕΡΟ ΚΑΘΟΤΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ? ΛΑΘΟΣ...



 


Όταν μεταχειριζόντουσαν το τρίτο κόσμο (και τον μεταχειρίζονται ακόμα) τόσο αισχρά που ακόμα κι οι χειρότερες συνθήκες που ζούμε εμείς σήμερα, μοιάζουν να είναι ένας επίγειος παράδεισος, όταν ξεζούμιζαν τις χώρες τις Λατινικής Αμερικής , άρπαζαν τους πόρους και τη δυνατότητα από τους
λαούς τους να ζήσουν έστω και με ελάχιστη αξιοπρέπεια, εμείς είχαμε δημιουργήσει τη ψευδαίσθηση πως .. δεν ξέρω είμαστε παιδιά, ( έστω και της προσκολλήσεως στους ισχυρούς), κάποιου άλλου Θεού. Ανώτερου. Ξεχωριστού. Που έχει ανεξάντλητα τα ελέη κι ανεξάντλητη επιθυμία να μας κάνει ευτυχισμένους.

Κι εκτός από το Θεό με τα πλούσια ελέη κάποιοι είχαν επαναπαυθεί στις δάφνες της δόξας όσων έδωσαν το αίμα τους για να μπορούμε να ζήσουμε ελεύθεροι. Είχαν επαναπαυθεί στις μάχες που κάποιοι άλλοι έδωσαν, στους ήρωες που έδωσαν τη δική τους ζωή όχι τη δική μας, στα εκατομμύρια θυμάτων που στην ιστορία της ανθρωπότητας , σε διάφορες χρονικές στιγμές, και με ποικίλους τρόπους , θυσιάστηκαν για να δουν οι επόμενοι ένα καλύτερο αύριο.

Είχαμε δημιουργήσει μια αντίληψη πως η ευημερία, το κοινωνικό κράτος, τα εργατικά δικαιώματα, η ελευθερία, η αξιοπρέπεια είναι κάτι που μας δωρήθηκε για τα όμορφα μας μάτια, από κάποιους προηγούμενους που ήταν υποχρεωμένοι να το κάνουν , κι είναι κάτι σαν κληρονομικό δικαίωμα που κανένας κερατάς δεν θα μας το πάρει πλέον. Νομίζαμε πως σαν θαμώνες κάποιου ρωμαϊκού χαμάμ, θα μπορούσαμε να είμαστε στη ξάπλα, με τις γνωστές ρόγες από σταφύλι να κρέμονται δροσερές πάνω από το διψασμένο στόμα μας κι ένα δούλο να μας κάνει αέρα όταν ζεσταινόμασταν.

Παράλληλα με αυτή την εικόνα χλιδής και πνευματικής ανυπαρξίας, εκείνο το απόλυτο αποχαυνωμένο χουζούρι ανάμεσα στα παιχνιδάκια μας και τους γελωτοποιούς που μας διασκέδαζαν , πέρναγαν οι εικόνες καταστροφής , σφαγής, ολέθρου, ασύδοτης εκμετάλλευσης των κακόμοιρων τριτοκοσμικών , για τους οποίους βλέπαμε ξεκάθαρα, πως οι ηγέτες των δικών μας κρατών ήταν υπεύθυνοι, ήταν τα τέρατα που τους ρούφαγαν το αίμα , και τους είχαν σαν το σκουπιδοτενεκέ της ανθρωπότητας, αλλά είχαμε πνιγεί στη παραμύθα μας πως εμάς μας βλέπουν κάπως διαφορετικά. Σαν να είμαστε εμείς τα παιδιά τους κι εκείνοι το υπηρετικό προσωπικό τους.

Ίσως ούτε μια στιγμή δεν είχε περάσει στο μυαλό των περισσότερων πως απλά το θηρίο είχε «κολώσει» κάπως, επειδή είχαν ζορίσει τα πράγματα κι έπρεπε να βάλει το σκουφάκι της γιαγιάς για να μην τρομάξει τη κοκκινοσκουφίτσα μέχρι να βρει τρόπο να τη φάει. Οπότε, γύρναγε στο δάσος , έτρωγε δεξιά κι αριστερά ότι ξέμπαρκο κι ανυπεράσπιστο ζωάκι έβλεπε, και γύριζε στα όμορφα μαντριά των δυτικών ευτυχισμένων μικροαστών, που ένοιωθαν ήσυχοι κι ασφαλείς, γιατί ευτυχώς είχαν μόλις γλυτώσει τα σπίτια τους και τις περιουσίες τους από τη λαίλαπα του κόκκινου θηρίου της αποκάλυψης (βλέπε και σοβιέτ) , και παρίστανε τη γιαγιούλα.

Μερικοί βέβαια μόνιμα ανυπάκουοι και μόνιμα δύσπιστοι λέγανε ... μα βρε γιαγιά γιατί έχεις τόσο μεγάλα μάτια? Τόσο μεγάλη μύτη? Τόσο μεγάλο στόμα?.... Κι οι υπόλοιποι απάνταγαν με το κλασσικό χαριτωμένο τρόπο. Γλέντα λίγο ρε μαλάκα που όλο μια μούρη κατεβασμένη έχεις. Τι σου λείπει ρε μαλάκα (κι εκεί ακολουθούσαν χίλια υποκοριστικά μαγκιάς) Πάρε το γκομενάκι σου, βγες από το σπιτάκι σου, πήγαινε με το αυτοκινητάκι σου καμιά τσαρκούλα, φάε και κανένα κοψιδάκι, ρίξε και κανένα τσιφτετελάκι και σκάσε κι ένα χαμογελάκι ρε μαλάκα!!!

Ξέρεις γιατί είχε μεγάλο στόμα λοιπόν, λοβοτομημένε ανύπαρκτε πολίτη , η γιαγιά? Για να σε φάει καλύτερα. Και τώρα που θα σε φάει δεν θα το κάνει με υποκοριστικά. Όλα τα άσχημα σε υπερμεγέθη βαθμό θα τα δεις. Όλα τα καλά που θεωρούσες πανάκεια, ήταν υποκοριστικά. Τοσοδούλικα. Η χαψιά όμως που θα νοιώσεις στο πετσί σου τώρα, και θα σε υποβιβάσει ίσως πιο κάτω κι από εκείνους που λυπόσουν και τους έλεγες κακόμοιρους και κατώτερους, δεν θα είναι τοσοδούλικη.

Θα είναι τόση.... μετά συγχωρήσεως.

Ο νότος της Ευρώπης, ναι, είναι το πειραματόζωο. Έμοιαζε πιο φυσικό να φορτώσει το τέρας ενοχές στα πρόβατα με το μεσογειακό ταμπεραμέντο που ένοιωθαν μέσα τους ήδη λίγο κατεργάρηδες, είχαν λουφάξει και λίγο περισσότερο λόγω λίγου κρασιού, λίγης θάλασσας και τ΄αγόρι... παρά να πειραματιστούν στα βόδια τα μαρκαρισμένα με το σήμα της υπευθυνότητας και της σοβαρότητας των βορείων θαλασσών. Σκεφτείτε ότι από βορρά στοχεύουν τους Ιρλανδούς, οι οποίοι κατά λάθος βρίσκονται στριμωγμένοι μέσα σε μοντέλα ζωής θατσερικής και μερκελικής παράνοιας, ενώ μια θάλασσα είναι κι αυτοί, ένα κρασί (ουίσκυ) κι ένας έρωτας...

Όταν περπατάγαμε στο δάσος, ο λύκος ήταν ήδη εδώ αλλά εμείς νομίζαμε πως είχε έρθει για τους παρακάτω. Τους παρακάτω ήδη τους είχε φάει για ορντέβρ. Το κυρίως πιάτο μόλις έχει χυμήξει. Και πεινάει πολύ. Όπως πάντα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου