Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Η συρρίκνωση της καλλιέργειας προμηνύει καλύτερη τιμή στο βαμβάκι


 

Ο μεγάλος χαμένος της εαρινής σποράς κινδυνεύει να αποδειχθεί το βαμβάκι, καθώς όλο και περισσότεροι παραγωγοί προτίθενται να μειώσουν τις εκτάσεις που θα καλλιεργήσουν την προσεχή άνοιξη. Οι παραγωγοί στην Ελλάδα, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, φαίνεται πως έχουν απογοητευτεί από τις χαμηλές τιμές της αγοράς που ουσιαστικά έχουν συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους της καλλιέργειας.
Πολλοί αναλυτές θεωρούν πως η μείωση στην παραγωγή του βαμβακιού θα φέρει τις τιμές ξανά στα επίπεδα των 80-90 σεντς ανά λίμπρα.Πολλοί αναλυτές θεωρούν πως η μείωση στην παραγωγή του βαμβακιού θα φέρει τις τιμές ξανά στα επίπεδα των 80-90 σεντς ανά λίμπρα.
Ήδη τα πρώτα στοιχεία από την φθινοπωρινή σπορά δείχνουν μια αύξηση των εκτάσεων του σκληρού σιταριού στη χώρα μας, ενώ παράλληλα το καλαμπόκι φαίνεται έτοιμο να διεκδικήσει περισσότερες εκτάσεις την άνοιξη, αφού οι τιμές του παραμένουν υψηλές. Κάτι ανάλογο άλλωστε πραγματοποιήθηκε τις τελευταίες εβδομάδες στο νότιο ημισφαίριο και την Αυστραλία, όπου εκεί οι αγρότες ολοκλήρωσαν την σπορά των εαρινών, με τις εκτάσεις του βαμβακιού να υποχωρούν κατά 30%.
Κερδισμένοι όσοι μείνουνΒέβαια σε περίπτωση που η τάση αυτή συνεχιστεί σε αυτό τον βαθμό, τότε είναι πιθανό να σημειωθεί μια αναστροφή του κλίματος και η παραγωγή βαμβακιού του 2013 να μην επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση, δημιουργώντας έτσι τις συνθήκες οι τιμές να επιστρέψουν στα επίπεδα των 80-90 σεντς ανά λίμπρα. Πολλοί αναλυτές θεωρούν πως με τις τιμές του καλαμποκιού να παραμένουν υψηλές την άνοιξη του 2013 και του βαμβακιού στο κανάλι των 70-75 σεντς ανά λίμπρα, το πιο πιθανό σενάριο είναι οι εκτάσεις του βαμβακιού να μειωθούν προς όφελος του καλαμποκιού. Αυτό βέβαια θα έχει ως αποτέλεσμα το καλαμπόκι να πιεστεί από την αυξημένη παραγωγή και το βαμβάκι να κινηθεί ξανά στα επίπεδα των 80-90 σεντς ανά λίμπρα.

«Τιμές στα επίπεδα των 76-78 σεντς ανά λίμπρα οδηγούν τους παραγωγούς στο χωράφι για σπορά, σε αντίθεση με τα 70 σεντς», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κέλι Μέριτ, παραγωγός, μεσίτης και έμπορος από το Τέξας.

Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον Χόλι Ρέι, αναλυτή της επενδυτικής Varner στο Κλήβελαντ των ΗΠΑ, «το κόστος παραγωγής του βαμβακιού σε παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώνεται στα 70-90 σεντς ανά λίμπρα». Με τη διεθνή τιμή στα επίπεδα των 70 σεντς ανά λίμπρα η καλλιέργεια είναι συμφέρουσα μόνο για το 10% των παραγωγών παγκοσμίως, σε περιοχές όπως η Αριζόνα των ΗΠΑ που οι αποδόσεις είναι υψηλές. Φαίνεται συνεπώς ότι η διεθνής τιμή  θα έπρεπε να βρίσκεται πάνω από τα 85 σεντς ανά λίμπρα, ωστόσο οι τιμές ρεκόρ των 227 σεντς ανά λίμπρα πριν από δύο χρόνια «φόρτωσαν» με ακριβές πρώτες ύλες τα κλωστήρια που τώρα προσπαθούν να βγάλουν τα σπασμένα εκείνης της περιόδου.
Πρώτη αντιδρά η ΑυστραλίαΗ πρώτη αντίδραση για τις τρέχουσες τιμές του βαμβακιού έρχεται από την Αυστραλία, όπου και σύμφωνα με τα στοιχεία του αμερικανικού Υπ. Γεωργίας οι αγρότες μείωσαν τις καλλιεργούμενες εκτάσεις για την περίοδο 2012-13 κατά 30%, σημαντικά χαμηλότερα από τις αρχικές προβλέψεις. Ιδιαίτερα στις μη αρδευόμενες περιοχές, υπό τον φόβο της ξηρασίας, παρατηρείται μαζική εγκατάλειψη της καλλιέργειας, με τη μείωση να φτάνει το 50%.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι τρέχουσες τιμές της αγοράς είναι χαμηλές και αποθαρρύνουν τους παραγωγούς από την σπορά, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για μείωση των παγκόσμιων αποθεμάτων ίνας βαμβακιού. Οι υψηλές τιμές του καλαμποκιού και του σόργου, φαίνεται τελικά πως κατάφεραν να κερδίσουν στον ανταγωνισμό μεταξύ των εαρινών καλλιεργειών στην Αυστραλία, κάτι που είναι πιθανό να συμβεί και στο βόρειο ημισφαίριο με το καλαμπόκι και τον ηλίανθο. Η μείωση αυτή των εκτάσεων, επιβεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό τις προβλέψεις της Rabobank, στις οποίες γίνεται λόγος για μείωση των παγκόσμιων εκτάσεων με βαμβάκι κατά τουλάχιστον 13%.
Χωρίς επαρκή ποσότητα πρώτης ύλης κινδυνεύουν να βρεθούν οι 'Ελληνες εκκοκκιστές
Θύματα της τιμολογιακής πολιτικής που ακολούθησαν φέτος με γνώμονα να βγάλουν τα «σπασμένα» της περυσινής χρονιάς κινδυνεύουν να πέσουν τη νέα σεζόν οι Έλληνες εκκοκκιστές. Το «σκληρό ροκ» που υιοθέτησαν οι περισσότερες επιχειρήσεις του χώρου, με προεξάρχοντες τα μεγάλα ονόματα του Κάμπου, είχε ως αποτέλεσμα να αποθαρρυνθούν ακόμα περισσότερο οι παραγωγοί, οι οποίοι, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, σκοπεύουν να γυρίσουν το 2013 την πλάτη στην καλλιέργεια. Αν οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν, τα εγχώρια εκκοκκιστήρια -τα οποία, σημειωτέον, ήδη υπολειτουργούν- αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο να βρεθούν την επόμενη καλλιεργητική σεζόν χωρίς επαρκή ποσότητα πρώτης ύλης. Ή, όση καταφέρουν να εξασφαλίσουν, να την πληρώσουν ακριβά. 

«Οδηγός» για τη στάση που ακολούθησαν τη φετινή χρονιά οι εκκοκκιστές ήταν η «χασούρα» του 2011, όταν έσπευσαν να κλείσουν από νωρίς μεγάλες ποσότητες βαμβακιού σε υψηλές τιμές προσβλέποντας σε περαιτέρω άνοδο και, επομένως, υψηλότερα κέρδη. Οι εκτιμήσεις τους, όμως, δεν επιβεβαιώθηκαν, η διεθνής αγορά «γύρισε» πτωτικά και οι επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να «ξεφορτωθούν» τελικά το εκκοκισμένο βαμβάκι τους σε πολύ χαμηλές τιμές με αποτέλεσμα να καταγράψουν ζημίες.
Αυτές ακριβώς τις ζημίες προσπάθησαν να καλύψουν φέτος ακολουθώντας ιδιαίτερα «σφικτή» τιμολογιακή πολιτική έναντι των παραγωγών. Κατάφεραν, μάλιστα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, να κινηθούν σε μια κοινή γραμμή που συγκράτησε τις τιμές μεταξύ 38 και 41 λεπτών (από το χωράφι) και, ως εκ τούτου, στέρησε από τους Έλληνες καλλιεργητές τα οφέλη από το διεθνές ανοδικό ράλι.

Βεβαίως, στο γεγονός αυτό συνέβαλαν και οι «ολιγοψωνιακές» συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην εγχώρια αγορά, με την εκκόκκιση να συγκεντρώνεται σε λίγα και ισχυρά χέρια και τους λίγους συνεταιριστικούς «παίκτες» να ακολουθούν σε γενικές γραμμές την πολιτική των ιδιωτικών ομίλων. Το μεγαλύτερο όγκο της φετινής παραγωγής παρέλαβαν οι επιχειρήσεις Καραγιώργου και Μάρκου, με τον πρώτο μάλιστα να πρωτοστατεί στην τακτική του «σκληρού ροκ» αντιπαραθέτοντας τη δύναμη της ρευστότητας και τη φερεγγυότητα του ομίλου του.
Σημαντικές ποσότητες απορρόφησε και ο Πηλέας, ενώ ακόμα πιο ενεργά στο παιχνίδι μπήκε και ο όμιλος Σκλαπάνη, που μετά τη συνεπή παρουσία με την εκκοκκιστική μονάδα που διαθέτει τα τελευταία χρόνια στη Βοιωτία, φέτος έκανε αισθητό το παρών του και στον Θεσσαλικό κάμπο, καθώς λειτούργησε με πολυετές συμβόλαιο τη μονάδα των επιχειρήσεων Μουζάκη στην Καρδίτσα.

Αντίθετα, λιγότερο ενεργό ρόλο διαδραμάτισαν οι όμιλοι Δοντά και Ακκά, οι οποίοι είχαν να αντιμετωπίσουν και το «βαρίδι» των κλωστουφαντουργικών δραστηριοτήτων που, ως γνωστόν, βρίσκονται σε πτωτική πορεία. Τέλος, εμφανώς πιο αποδυναμωμένη και σε δυσκολότερη οικονομική κατάσταση εμφανίστηκε η πολυμετοχική εταιρεία γεωπόνων και προμηθευτών εφοδίων «Καρπός» που προσπάθησε τα τελευταία χρόνια να κρατήσει ζωντανή μια ακόμα εκκοκκιστική μονάδα που ανήκε παλιότερα στον όμιλο Λεβεντάκη. Σημειωτέον ότι εκτός λειτουργίας έμεινε φέτος το εκκοκιστήριο του Παναγιώτη Παλαιολόγου το οποίο την περασμένη σαιζόν λειτούργησε (ταυτόχρονα με την μονάδα της ΕΑΣ Καρδίτσας), ο Πηλέας.
Πρόκριµα σε δηµητριακά και σόγια για το 2013/2014, λέει η ΙCAC 
Ελλειμματική θα είναι η επόμενη εμπορική περίοδος στην παγκόσμια αγορά του βαμβακιού, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Διεθνούς Συμβουλευτικής Επιτροπής Βαμβακιού (ICAC). Πιο συγκεκριμένα προβλέπει μείωση της παγκόσμιας παραγωγής κατά 11%, στους 23,2 εκατ. τόνους για την περίοδο 2013/14, εξαιτίας των χαμηλών τιμών και της αυξημένης ελκυστικότητας των ανταγωνιστικών καλλιεργειών. Αυτή εκτιμάται πως θα είναι η δεύτερη συνεχόμενη σεζόν που θα σημειωθεί μείωση της παραγωγής, υποχωρώντας στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων ετών.

Σύμφωνα με την έκθεση, αναμένεται μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στις ΗΠΑ, την Τουρκία, την Κίνα, το Πακιστάν και την κεντρική Ασία, αφού αρκετοί παραγωγοί φαίνεται να προτιμούν τα δημητριακά και τη σόγια, των οποίων οι τιμές είναι πιο προσοδοφόρες. Η παγκόσμια κατανάλωση εκτιμάται πως θα συνεχίσει να ενισχύεται με ήπιους ρυθμούς και το 2013/14, φτάνοντας στους 24,2 εκατ. τόνους, αυξημένη κατά 3%, καθώς σύμφωνα με την έκθεση σημειώνεται σταδιακή ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας. Έτσι μετά από τρία χρόνια αύξησης των παγκόσμιων αποθεμάτων, εκτιμάται πως θα σημειωθεί μείωση κατά 6% από τα επίπεδα ρεκόρ των 16,6 εκατ. τόνων της φετινής εμπορικής περιόδου.
Εν έτει 1940, 40 στρμ./μέραΤο εκπληκτικό μέγεθος των 5,5 εκατομμυρίων εκταρίων σε 17 πολιτείες καλύπτει φέτος η καλλιέργεια βάμβακος στις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι οι νέες φυτεύσεις μειώθηκαν κατά 7%, κυρίως λόγω της μείωσης των τιμών του προϊόντος. Σε αυτή την αχανή χώρα με τις τεράστιες ανάγκες σε μηχανολογικό εξοπλισμό για τη βαμβακοκαλλιέργεια, δραστηριοποιείται και η John Deere, η οποία θεωρείται παγκόσμιος ηγέτης μηχανών συγκομιδής βάμβακος.

Αυτή άλλωστε είναι η εταιρεία που κατασκεύασε, στο εργοστάσιό της στην πόλη Des Moines, την  πρώτη αυτοκινούμενη μηχανή συγκομιδής σε δύο σειρές. Στο ίδιο εργοστάσιο κατασκευάζονται τα αυτοκινούμενα ψεκαστικά της και ο απαραίτητος εξοπλισμός και τα εργαλεία για τις καλλιεργητικές εργασίες. 
Η πρώτη μηχανή συγκομιδής βάμβακοςΌσον αφορά όμως την πρώτη  μηχανή συγκομιδής βάμβακος, που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1940, τότε κάλυπτε περίπου 4 εκτάρια την ημέρα, ενώ η αντίστοιχη σημερινή συλλεκτική της εταιρείας είναι σαφώς μεγαλύτερη, λειτουργεί σε έξι σειρές, καλύπτει άνετα 40 εκτάρια την ημέρα και ονομάζεται «Μηχανή Συγκομιδής 7760». Βέβαια αυτό το «τέρας» έχει κατασκευαστεί στο εργοστάσιο του Waterloo στην Iowa των ΗΠΑ και διαθέτει κορυφαία τεχνολογία και έναν κινητήρα 13,5 λίτρων και 500 ίππων ενώ απευθύνεται σε εκμεταλλεύσεις που καταλαμβάνουν περισσότερα από 1.200 εκτάρια.

Το εν λόγω μηχάνημα είναι μεγαλύτερο σε μέγεθος από μια θεριζοαλωνιστική, με το καθαρό του βάρος, που ανέρχεται στους 30 τόνους, να αυξάνεται ακόμη περισσότερο με ένα φορτίο των 2.500 κιλών στο θάλαμο, και άλλο ένα να είναι φορτωμένο στο πίσω μέρος. Έτσι μόνο έκπληξη δεν προκαλεί η υψηλή τιμή στην οποία προσφέρεται αυτό το «τέρας», η οποία ανέρχεται στα  750.000 δολάρια.

Μια τιμή που το στέλνει κατευθείαν στην κορυφή της λίστας με τα πιο ακριβά προϊόντα της John Deere αλλά και όλων των κατασκευαστών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου