Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Γιατί η Τουρκία είναι χρήσιμη κι όχι η Ελλάδα;


Εδώ και αρκετούς μήνες οι ΗΠΑ φαίνεται ότι εκπαιδεύουν αντικαθεστωτικούς της Συρίας, στο έδαφος της Ιορδανίας, προκειμένου να ενισχύσουν τις δυνάμεις που πολεμούν κατά του Προέδρου Μπασάρ αλ Άσσαντ. Αυτό ανέφερε το Associated Press επικαλούμενο Αμερικανούς και ξένους αξιωματούχους.

Οι αντάρτες που επιλέχθηκαν προέρχονται από την πλευρά των Σουνιτών και από τις περιοχές/τάξεις των Βεδουίνων, οι οποίοι παλιότερα είχαν υπηρετήσει στον Συριακό Στρατό. Ξεκαθαρίστηκε ότι, κανένας τους δεν αποτελεί μέλος του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, ο οποίος φέρεται να τίθεται ολοένα και περισσότερο υπό την επιρροή των ακραίων ισλαμιστών. Άρα, ένας ακόμα ρόλος των εκπαιδευομένων, όπως αναφέρθηκε, είναι να μειώσουν και την επιρροή των ακραίων στοιχείων, έχοντας πίστη στην κοσμική άποψη περί οργάνωσης του κράτους.

Το πρόγραμμα λέγεται ότι λειτουργεί υπό την επίβλεψη της CIA. Αν και για τις ΗΠΑ οι πηγές αναφέρουν ότι χρησιμοποιούν “μη-θανατηφόρα” μέσα για την ανάμειξή τους στην κρίση, εντούτοις δεν αφέθηκε να εννοηθεί το ίδιο και για τις Βρετανία και Γαλλία, καθώς όπως δήλωσαν οι πηγές, “δεν είναι ξεκάθαρο αν άλλες δυτικές κυβερνήσεις παρέχουν υλικά μέσα ή άμεση στρατιωτική υποστήριξη”.

Οι πηγές του Associated Press προτίμησαν να κρατήσουν την ανωνυμία τους, καθώς οποιεσδήποτε επιπλέον πληροφορίες θα αποκάλυπταν απόρρητα στοιχεία για την δράση της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών. Το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, πάντως, αρνείται την όποια εμπλοκή του σε πρόγραμμα εκπαίδευσης ή παροχή όπλων, έμμεσα ή άμεσα, στους Σύρους αντάρτες. Η CIA αρνήθηκε να κάνει το οποιοδήποτε σχόλιο.

Ωστόσο, η New York Times δημοσίευσε άρθρο με το οποίο η CIA φέρεται να έχει βοηθήσει αραβικές κυβερνήσεις και η Τουρκία από την πλευρά της έχει αυξήσει κάθετα την στρατιωτική βοήθεια προς την αντίσταση στην Συρία, με μυστικές μεταφορές όπλων και εξοπλισμού. Επικαλούμενη στοιχεία μεταφορών και αξιωματούχους σε ξένες χώρες, αναφέρει ότι, οι αερομεταφορές ξεκίνησαν σε μικρή κλίμακα πριν από ένα χρόνο, αλλά επεκτάθηκαν σε πάνω από 160 πτήσεις μεταφορικών αεροσκαφών από ιορδανικά, σαουδαραβικά και καταριανά αεροσκάφη, τα οποία προσγειώνονται σε τουρκικά και ιορδανικά αεροδρόμια.

Γίνεται κατανοητό ότι η Τουρκία, εκτός από μοντέλο πολιτικής κοινωνίας για την Μέση Ανατολή, όπως το οραματίζονται στην Ουάσινγκτων, είναι σε θέση να προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στις ΗΠΑ. Η αντίστοιχα Ελλάδα λειτουργεί σε ένα δικό της σύμπαν, όπου λίγο ή πολύ θεωρεί πως τα προβλήματά της (εξαιρουμένης της οικονομικής κρίσης) είναι τα σημαντικότερα του περιφερειακού συστήματος όπου ζούμε. Η όποια ενασχόληση με εξωτερική πολιτική περιορίζεται στα ελληνοτουρκικά (τα οποία προφανώς και είναι ζητήματα εθνικής ασφάλειας) και ενίοτε σε κάποιο θέμα που προκύπτει κοντά μας.

Με άλλα λόγια, η Ελλάδα είναι από σχεδόν έως εντελώς ανύπαρκτη πολιτικά ή καλύτερα, υπάρχει περιστασιακά. Δεν μπορεί να κατανοήσει ότι απαιτείται συνεχής πολιτική ενασχόλησης με ευρύτερα θέματα στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα. Έχοντας συνεχή παρουσία (με όλους τους δυνατούς τρόπους), μπορεί να είναι σε θέση να παράσχει τις “καλές υπηρεσίες” προς κάθε ενδιαφερόμενο. Η αμοιβή θα είναι η εξαργύρωση του πολιτικού κεφαλαίου σε θέματα που αφορούν τον πυρήνα των συμφερόντων της, όπως είναι για παράδειγμα τα ελληνοτουρκικά. Η αποκλειστική ενασχόληση π.χ. με τα ελληνοτουρκικά ή με άλλα ζητήματα του δικού μας “μικρο-σύμπαντος” δεν προσφέρει και πολλά, όπως έχει αποδειχθεί. Η Ελλάδα, με απλά λόγια, στερείται πολιτικού κεφαλαίου στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα, το οποίο κάποια στιγμή να μπορεί να το αξιοποιήσει σε διμερή θέματα.

Τρανή απόδειξη τα όσα έγιναν τις τελευταίες ημέρες. Σε οικονομικό επίπεδο, η κυβέρνηση “φωνασκούσε” τόσο καιρό ότι το πρόβλημα στην Ευρωζώνη είναι πολιτικό. Το ερώτημα είναι τί έκανε τόσο καιρό; Τίποτα. Αν πάλι το ερώτημα τεθεί ορθότερα με τη μορφή “άραγε τί μπορούσε να κάνει;”, η απάντηση είναι πάλι τίποτα. Όταν παρουσιάστηκε το “ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα” στη μορφή του προβλήματος της Κύπρου, πάλι δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα και τότε το αποκάλεσαν “ρεαλισμό”. Όλα οφείλονται στην έλλειψη πολιτικού κεφαλαίου και δυνατότητας διαπραγμάτευσης, παρουσιάζοντας το οποιοδήποτε ψήγμα “αξιόπιστης αποτροπής” (αν και δεν είναι δόκιμος ο όρος, εντούτοις χρησιμοποιείται με την έννοια της παρουσίασης κάποιου στοιχείου εξισορρόπησης). Προεκλογικά και μετεκλογικά, τα “πετρέλαια και φυσικά αέρια” είχαν γίνει “παιχνίδι” ευτελισμού στον αναξιόπιστο πολιτικό λόγο του καθενός.

Αναφέραμε πολλές φορές ότι, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα όσο τα παρουσιάζουν οι πολιτικοί μας, πως εκτός από πολλά χρόνια στην ανάπτυξη ενός κοιτάσματος, απαιτείται η επίλυση σοβαρότατων πολιτικών ζητημάτων στην χάραξη της ΑΟΖ (που και αυτή κατάντησε διελκυστίνδα ανταγωνισμού υπερπατριωτισμού) και η προσπάθεια αλλαγής μιας κατάστασης την οποία εδραιώσαμε και από δικά μας συνεχόμενα λάθη τα τελευταία 40 χρόνια. Βίαιες αλλαγές από “μικρές” χώρες δεν επιτρέπονται. Ο Πρωθυπουργός παρουσίασε στους Ευρωπαίους το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της Ελλάδας ως την “ωραία Ελένη”, για την οποία θα “πολεμήσουν” οι Μεγάλες Δυνάμεις, με τη χώρα να δρέπει τους καρπούς της εξωτερικής της πολιτικής. Μόνο που η κυβέρνηση φάνηκε να μην ήξερε ποτέ πως να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο εργαλείο και κυρίως ποια είναι (“μέχρι που φτάνει”) η αξία του. Όπως αποδείχτηκε, τα “πετρέλαια και τα φυσικά αέρια ή το χρυσάφι…” σου τα παίρνουν όποτε θέλουν οι Μεγάλες Δυνάμεις και όσο πιο “μικρός” είναι κάποιος, τόσο πιο εύκολο είναι. Χαρακτηριστική είναι η στάση των ΗΠΑ, της Τουρκίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας.

Εξάλλου δε γίνεται κάθε φορά που γίνεται ένας πόλεμος σε μια Α μικρή χώρα, όλοι οι υποτιθέμενοι ειδικοί να λένε ότι έγινε για να τους πάρει η Χ μεγάλη δύναμη “τα πετρέλαια” ή “το ουράνιο” και όταν θέλουν να πουλήσουν “γεωστρατηγική” και “γεωπολιτική” γνώση… να λένε ότι η Ελλάδα έχει “πετρέλαια” άρα είναι τεράστιος ο ρόλος της. Από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει στις Διεθνείς Σχέσεις ένας φοιτητής είναι τα περί ισχύος και πως να αναλύει τις Διεθνείς Σχέσεις με την χρήση των κατάλληλων εργαλείων και όχι ενός και μόνο εργαλείου θεώρησης. Αλλά είναι εμφανέστατο ότι οι πολιτικές ηγεσίες μας δεν γνωρίζουν τα στοιχειώδη από διεθνείς σχέσεις.

Άρα, επανερχόμενοι στο θέμα μας, καλό θα είναι να αναρωτιόμαστε τί υπηρεσίες μπορεί να προσφέρει η Ελλάδα για τα συμφέροντα της μία πλευράς ή της άλλης. Ως μικρή δύναμη στο διεθνές σύστημα, αυτός είναι ο ρόλος της κι αυτός είναι ο ρόλος κάθε μικρής δύναμης, είτε μας αρέσει είτε όχι. Οι Μήλιοι είχαν σφαχτεί από τους Αθηναίους, τρανό παράδειγμα του ό,τι μπορεί να συμβεί σε μια μικρή δύναμη που βαίνει αντίθετα προς τα συμφέροντα μια μεγάλης. Ευτυχώς τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά. Υπάρχει χώρος για διαπραγμάτευση, αλλά όχι αυτή που εννοεί η κυβέρνηση, όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος. Η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρει “κάτι” που να είναι χρήσιμο για τις Μεγάλες Δυνάμεις. Αυτό σημαίνει πρωτοβουλίες δημιουργίας πολιτικών πλεονεκτημάτων, τα οποία θα εξαργυρωθούν πολιτικά είτε ως αποτροπή, είτε ως “νίκη” σε διμερή ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ή ως κέρδη σε άλλον τομέα, όπως για παράδειγμα τον οικονομικό, του οποίου τα κέρδη με την σειρά τους θα προσφέρουν το κάτι παραπάνω. Αλλά αυτό με τη σειρά του συνεπάγεται εμπλοκή στα διεθνή. Για να το θέσουμε και πιο πρακτικά, αν η Τουρκία κοντραριζόταν αποκλειστικά και μόνο με την Ελλάδα, τότε θα είχε υποβιβαστεί ποικιλοτρόπως. Η Τουρκία είναι σε φάση να καταστεί Μεγάλη Δύναμη επειδή εμπλέκεται στον Καύκασο, εμπλέκεται στα Βαλκάνια, εμπλέκεται στην Μέση Ανατολή, εμπλέκεται με το Ιράν, εμπλέκεται με την Αφρική… Δεν παραγνωρίζουμε τις συγκυρίες που την ευνοούν αλλά δεν παραγνωρίζουμε ότι τις εκμεταλλεύεται εμπλεκόμενη. Η Ελλάδα μετά το Κόσοβο το 1999, ενεπλάκη “λίγο” στο Αφγανιστάν και ουσιαστικά ενεπλάκη στην Λιβύη το 2011, αλλά δεν κατάφερε να κερδίσει ούτε ένα ουσιαστικό συμβόλαιο ως χώρα.

Η Ελλάδα με τις επιλογές της δείχνει ότι δεν είναι διατιθέμενη να εμπλακεί. Στις επιλογές συμπεριλαμβάνονται τα πάντα. Τα άρβυλα και οι εξαρτύσεις στον Στρατό, οι επιλογές χρηματοδότησης των κομματικών στρατών των υπουργών, των βουλευτών και των δημοσίων υπηρεσιών αντί κάποιας άλλης δράσης με εθνικά οφέλη, η επιλογή για διαφθορά αντί για εξοικονόμηση χρημάτων, η μη αξιοκρατική επιλογή των κατάλληλων ανθρώπων για τις κατάλληλες θέσεις εντός κι εκτός χώρας και πολλά άλλα. Σε κάθε απόφαση φαίνεται η επιλογή για βραχυπρόθεσμα, μικρής αξίας οφέλη, αντί για κάτι ευρύτερο, το οποίο θα αποφέρει περισσότερα μελλοντικά. Να γιατί η Τουρκία είναι πιο χρήσιμη, έστω και συγκυριακά, αν και συγκυρία επαναλαμβανόμενη παύει να είναι τέτοια.

Η ουσία του προβλήματος πηγάζει από το γεγονός ότι, η Ελλάδα ως μικρή δύναμη (ελλείψει διαφόρων παραγόντων ισχύος και κακής αξιοποίησης των υπαρχόντων), για να προστατέψει τα συμφέροντά της πρέπει να κάνει και εξωτερική εξισορρόπηση (συμμαχίες, συνεργασίες με άλλες χώρες). Στόχος μας δεν είναι να υπεραναλύσουμε την εξωτερική πολιτική και τα θεωρητικά εργαλεία των Διεθνών Σχέσεων, αλλά να θέσουμε το γενικό πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα – “Τί έχει να προσφέρει η Ελλάδα στις μεγάλες δυνάμεις το οποίο να τους είναι χρήσιμο, ώστε να είναι η ίδια χρήσιμη, προκειμένου να ζητήσει ανταλλάγματα;”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου