Σε ένα δυναμικό υβριδικό μοντέλο υπολογισμού των επιδοτήσεων, όπως ονομάζεται αυτό που ακολουθούν σήμερα η Γερμανία, Αγγλία, Δανία και Φιλανδία, προσανατολίζεται η Ελλάδα και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που αναγκάζονται να αποχωριστούν το ιστορικό μοντέλο.
Με την έννοια του δυναμικού υβριδικού μοντέλου εννοούμε ότι συνδυάζει τρεις ή τέσσερις κατηγορίες και ζώνες ενισχύσεων, στις οποίες αποδίδονται σταδιακά διαφορετικά ποσοστά ιστορικών και περιφερειακών δικαιωμάτων. Δηλαδή ξεκινώντας με βάση το 40% της βασικής ενίσχυσης, που πρέπει υποχρεωτικά να καθορίζεται με περιφερειακά κριτήρια, θα φτάσουμε μέχρι το 2019 να καθορίζεται εξ ολοκλήρου ανάλογα με τη ζώνη καλλιέργειας, καταργώντας οποιοδήποτε ποσοστό ιστορικών δικαιωμάτων.
Οι τέσσερις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, που εφαρμόζουν ήδη κάτι αντίστοιχο, έχουν σκοπό το 2013 να έχουν φτάσει σε ένα συγκεκριμένο ποσό ενίσχυσης ανά ζώνη καλλιέργειας, έχοντας χωρίσει ήδη τις περιφέρειες ανάλογα με τα προϊόντα και τις δυνατότητές τους. Αυτό που καλείται η Ελλάδα να κάνει, εφόσον υιοθετήσει ένα τέτοιο μοντέλο, είναι να αποφασίσει εάν θα βάλει κριτήρια αγροτικού εισοδήματος και γεωγραφικά κριτήρια στις ζώνες. Το σενάριο που κερδίζει συνεχώς έδαφος στις συζητήσεις που διεξάγονται στο παρασκήνιο, είναι το υβριδικό μοντέλο που χωρίζει την Ελλάδα σε τρεις ζώνες (συν τους βοσκότοπους) ανάλογα με το μέσο όρο του ύψους των ενισχύσεων που λάμβαναν μέχρι τώρα:
● Η πρώτη περιφέρεια (Π1) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μικρότερο από το 85% του μέσου όρου της χώρας.
● Η δεύτερη περιφέρεια (Π2) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μεταξύ 85% και 115% του μέσου όρου της χώρας.
● Η τρίτη περιφέρεια (Π3) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι πάνω από το 115% του μέσου όρου της χώρας.
Στην περιφέρεια (Π1) που περιλαμβάνει τους νομούς με χαμηλή μέση ενίσχυση ανά επιλέξιμο εκτάριο γίνεται αύξηση των πόρων έτσι ώστε να καλυφθεί το 30% της διαφοράς από το 90% του μέσου όρου της ενίσχυσης ανά επιλέξιμο εκτάριο στο σύνολο της Ελλάδας. Οι πόροι που απαιτούνται για αυτή την αύξηση θα προέρθουν από ποσοστιαία μείωση των πόρων της περιφέρειας (Π3) που περιλαμβάνει τις Π.Ε.
με υψηλή ενίσχυση ανά επιλέξιμο εκτάριο. Στην περιφέρεια Π2 θα διατηρηθεί το σύνολο των πόρων αμετάβλητο, χωρίς να υπάρχουν μεταφορές.
Οι τέσσερις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, που εφαρμόζουν ήδη κάτι αντίστοιχο, έχουν σκοπό το 2013 να έχουν φτάσει σε ένα συγκεκριμένο ποσό ενίσχυσης ανά ζώνη καλλιέργειας, έχοντας χωρίσει ήδη τις περιφέρειες ανάλογα με τα προϊόντα και τις δυνατότητές τους. Αυτό που καλείται η Ελλάδα να κάνει, εφόσον υιοθετήσει ένα τέτοιο μοντέλο, είναι να αποφασίσει εάν θα βάλει κριτήρια αγροτικού εισοδήματος και γεωγραφικά κριτήρια στις ζώνες. Το σενάριο που κερδίζει συνεχώς έδαφος στις συζητήσεις που διεξάγονται στο παρασκήνιο, είναι το υβριδικό μοντέλο που χωρίζει την Ελλάδα σε τρεις ζώνες (συν τους βοσκότοπους) ανάλογα με το μέσο όρο του ύψους των ενισχύσεων που λάμβαναν μέχρι τώρα:
● Η πρώτη περιφέρεια (Π1) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μικρότερο από το 85% του μέσου όρου της χώρας.
● Η δεύτερη περιφέρεια (Π2) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι μεταξύ 85% και 115% του μέσου όρου της χώρας.
● Η τρίτη περιφέρεια (Π3) αποτελείται από τους νομούς των οποίων το μέσο ύψος ενίσχυσης είναι πάνω από το 115% του μέσου όρου της χώρας.
Στην περιφέρεια (Π1) που περιλαμβάνει τους νομούς με χαμηλή μέση ενίσχυση ανά επιλέξιμο εκτάριο γίνεται αύξηση των πόρων έτσι ώστε να καλυφθεί το 30% της διαφοράς από το 90% του μέσου όρου της ενίσχυσης ανά επιλέξιμο εκτάριο στο σύνολο της Ελλάδας. Οι πόροι που απαιτούνται για αυτή την αύξηση θα προέρθουν από ποσοστιαία μείωση των πόρων της περιφέρειας (Π3) που περιλαμβάνει τις Π.Ε.
με υψηλή ενίσχυση ανά επιλέξιμο εκτάριο. Στην περιφέρεια Π2 θα διατηρηθεί το σύνολο των πόρων αμετάβλητο, χωρίς να υπάρχουν μεταφορές.
Γιατί απέτυχε το ιστορικό µοντέλο
Η επιλογή μεταξύ των διαθέσιμων μοντέλων ενιαίας ενίσχυσης επηρέασε σημαντικά την κατανομή των ενισχύσεων εντός των επιμέρους κρατών μελών (μεταξύ των γεωργών), υποστήριξε σε έκθεσή του το Ελεγκτικό Συνέδριο και συμπλήρωσε ότι το ΚΕΕ, θεωρούμενο ως μέθοδος στήριξης του εισοδήματος, είναι ελλιπές ως προς τους στόχους του. Τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν το ιστορικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο τα ποσά των ενισχύσεων βασίζονται ουσιαστικά σε παραμέτρους που τέθηκαν μεταξύ του 2000 και του 2002, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται πλέον στην τρέχουσα δραστηριότητα. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αρχές των κρατών μελών δεν έχουν θέσει τους δέοντες περιορισμούς, το μοντέλο αυτό μπορεί επίσης να συνδεθεί με κερδοσκοπικές μεταβιβάσεις και σώρευση δικαιωμάτων ενίσχυσης από δικαιούχους, που δεν εμφανίζουν «παραγωγικό» αντίκρισμα.
Η επιλογή μεταξύ των διαθέσιμων μοντέλων ενιαίας ενίσχυσης επηρέασε σημαντικά την κατανομή των ενισχύσεων εντός των επιμέρους κρατών μελών (μεταξύ των γεωργών), υποστήριξε σε έκθεσή του το Ελεγκτικό Συνέδριο και συμπλήρωσε ότι το ΚΕΕ, θεωρούμενο ως μέθοδος στήριξης του εισοδήματος, είναι ελλιπές ως προς τους στόχους του. Τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν το ιστορικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο τα ποσά των ενισχύσεων βασίζονται ουσιαστικά σε παραμέτρους που τέθηκαν μεταξύ του 2000 και του 2002, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται πλέον στην τρέχουσα δραστηριότητα. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αρχές των κρατών μελών δεν έχουν θέσει τους δέοντες περιορισμούς, το μοντέλο αυτό μπορεί επίσης να συνδεθεί με κερδοσκοπικές μεταβιβάσεις και σώρευση δικαιωμάτων ενίσχυσης από δικαιούχους, που δεν εμφανίζουν «παραγωγικό» αντίκρισμα.
Δημιούργησε μεγάλες ανισότητεςΣτο ιστορικό µοντέλο κάθε γεωργός λαµβάνει δικαιώµατα ενίσχυσης, τα οποία, κατά κανόνα, βασίζονται στον µέσο όρο των ενισχύσεων που έλαβε κατά την τριετή (2000, 2001 και 2002) περίοδο αναφοράς (ιστορικό ποσό αναφοράς) και τον µέσο αριθµό των εκταρίων που καλλιεργήθηκαν κατά την περίοδο αυτή στο πλαίσιο οποιουδήποτε προηγούµενου καθεστώτος στήριξης συνδεδεµένης µε την παραγωγή (έκταση αναφοράς). Κατά συνέπεια, η µοναδιαία αξία ενός δικαιώµατος ενίσχυσης ισούται µε το ποσό αναφοράς διαιρούµενο µε τον αριθµό των δικαιωµάτων. Ο συγκεκριµένος τρόπος υπολογισµού έχει ως αποτέλεσµα σηµαντικές διαφορές στη µοναδιαία αξία των δικαιωµάτων ενίσχυσης, οι οποίες προκύπτουν από τη διαφορά της στήριξης σε συγκεκριµένους γεωργικούς τοµείς κατά την περίοδο αναφοράς.
Το δυναμικό υβριδικό θα εφαρμοστεί στη μεταβατική περίοδοΤα µεικτά («υβριδικά») µοντέλα συνδυάζουν στοιχεία του ιστορικού και του περιφερειακού µοντέλου. Οι γεωργοί λαµβάνουν ένα βασικό κατ’ αποκοπήν ποσό ανά επιλέξιµο εκτάριο, καθώς και ένα καθορισµένο ποσοστό των ενισχύσεων που είχαν λάβει κατά την περίοδο αναφοράς. Στο δυναµικό υβριδικό µοντέλο ο συνδυασµός των ιστορικών και κατ’ αποκοπήν αξιών µπορεί να µεταβάλλεται συν τω χρόνω και να εξελιχθεί σε ένα πλήρως περιφερειακό, κατ’ αποκοπήν, µοντέλο.
Το ιστορικό και το περιφερειακό (υβριδικό) µοντέλο προβλέπουν ότι µπορεί να εφαρµοστεί η «ρήτρα απροσδόκητου κέρδους» σε γεωργούς που έπαυσαν ή µείωσαν τη δραστηριότητά τους µετά την περίοδο αναφοράς. Η ρήτρα αυτή προβλέπει τη µείωση έως και κατά 90% των δικαιωµάτων τους τα οποία είχαν υπολογιστεί βάσει της δραστηριότητάς τους κατά την περίοδο αναφοράς. Τα έσοδα αυτών των µειώσεων πιστώνονται στο εθνικό απόθεµα. Το Βέλγιο, η Γαλλία, η ∆ανία, η Ιταλία, το Λουξεµβούργο, η Ελλάδα και η Σουηδία επέλεξαν να εφαρµόσουν αυτή τη ρήτρα, µολονότι περιόρισαν την εφαρµογή της σε γεωργούς ορισµένων τοµέων.
Το ιστορικό και το περιφερειακό (υβριδικό) µοντέλο προβλέπουν ότι µπορεί να εφαρµοστεί η «ρήτρα απροσδόκητου κέρδους» σε γεωργούς που έπαυσαν ή µείωσαν τη δραστηριότητά τους µετά την περίοδο αναφοράς. Η ρήτρα αυτή προβλέπει τη µείωση έως και κατά 90% των δικαιωµάτων τους τα οποία είχαν υπολογιστεί βάσει της δραστηριότητάς τους κατά την περίοδο αναφοράς. Τα έσοδα αυτών των µειώσεων πιστώνονται στο εθνικό απόθεµα. Το Βέλγιο, η Γαλλία, η ∆ανία, η Ιταλία, το Λουξεµβούργο, η Ελλάδα και η Σουηδία επέλεξαν να εφαρµόσουν αυτή τη ρήτρα, µολονότι περιόρισαν την εφαρµογή της σε γεωργούς ορισµένων τοµέων.
Το πιο απλοποιημένο είναι το ανατολικόΣτα νέα κράτη µέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004 ή το 2007 εφαρµόζονται ειδικοί κανόνες. Κατ’ αρχήν, µπορούσαν να καθιερώσουν το Καθεστώς Ενιαίας Ενίσχυσης όπως και τα άλλα κράτη µέλη, αλλά µέχρι σήµερα µόνο η Μάλτα και η Σλοβενία το έπραξαν το 2007. Η Βουλγαρία, η Τσεχική ∆ηµοκρατία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Ρουµανία, η Πολωνία και η Σλοβακία επωφελήθηκαν από την επιλογή που τους επιτρέπει να αναβάλουν την καθιέρωση του ΚΕΕ έως το 2013. Εν τω µεταξύ, εφαρµόζουν ένα απλοποιηµένο καθεστώς στήριξης βάσει έκτασης, το ΚΕΣΕ (Καθεστώς Ενιαίας Στρεµµατικής Ενίσχυσης).
Το υβριδικό που μένει σταθερόΣτην περίπτωση του στατικού υβριδικού µοντέλου, που εφαρµόζει µόνο η Σουηδία, ο συνδυασµός των ιστορικών και κατ’ αποκοπήν αξιών δικαιωµάτων ενίσχυσης παραµένει σταθερός.
Ένα ποσό για κάθε στρέμμαΤο περιφερειακό (κατ’ αποκοπήν) µοντέλο εφαρµόζεται µόνο στη Σλοβενία και έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Όλα τα δικαιώµατα ενίσχυσης που χορηγούνται σε γεωργούς µιας καθορισµένης περιφέρειας/υποπεριφέρειας έχουν την ίδια («κατ’ αποκοπήν») αξία και σε κάθε γεωργό χορηγείται ένα δικαίωµα ενίσχυσης για κάθε επιλέξιµο εκτάριο που δηλώθηκε το πρώτο έτος εφαρµογής του ΚΕΕ ή, εναλλακτικά, το τελευταίο έτος πριν από το έτος καθιέρωσής του.
Το «μέτρημα» θα φέρει κι άλλες ενισχύσειςΗ οριοθέτηση των βοσκοτόπων θα αυξήσει το μερίδιο των κτηνοτρόφων στους κοινοτικούς πόρους
Πονοκέφαλο σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει προκαλέσει το θέμα της ενίσχυσης των βοσκοτόπων μετά το 2013. Ειδικά, όμως, στην Ελλάδα ο θέμα είναι ακόμα πιο πολύπλοκο, καθώς μεγάλο μέρος των βοσκοτόπων είτε θεωρούνται (στα χαρτιά) δασικοί είτε δημόσιας χρήσης, οπότε και είτε… καταπατούνται είτε παραχωρούνται.
Τα προβλήματα αυτά, βεβαίως, δεν θα φτάσουν ποτέ στις Βρυξέλλες, διότι απλούστατα είναι θέματα που έπρεπε να έχουν λυθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Το πρόβλημα, όμως, της διαφορετικής αντίληψης των νότιων χωρών για το τι είναι βοσκότοπος σε σχέση με το τι εννοούν οι Βορειοευρωπαίοι με την έννοια «βοσκότοπος» τέθηκε ήδη με ερώτηση του ευρωβουλευτή, Σπύρου Δανέλλη: «Ο περιορισμός των βοσκοτόπων στη μορφή των χορτολιβαδικών εκτάσεων αποκλείει από την ενίσχυση μεγάλες εκτάσεις στη χώρα μας, που καλύπτονται στην επιφάνεια του εδάφους με αυτοφυή ξυλώδη ή μικτή βλάστηση και χρησιμοποιούνται για τη βόσκηση αιγοπροβάτων.
Οι εκτάσεις αυτές και από τη φύση τους αλλά και από τη χρήση τους, δηλαδή την εκτατική αιγοπροβατοτροφία, συνιστούν σημαντικό παράγοντα για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, μέσω της αποθήκευσης του άνθρακα στο έδαφος.
Είναι λοιπόν κατ’ εξοχήν εκτάσεις που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις πρακτικές του «πρασινίσματος» και να δικαιούνται ενισχύσεις για την προσφορά των δημόσιων αυτών αγαθών».
Ο κ. Δανέλλης αμφισβήτησε επίσης την καταλληλότητα του ορισμού της «μόνιμης χορτολιβαδικής έκτασης» αντί του ορθότερου «μόνιμου βοσκοτόπου», επισημαίνοντας τον κίνδυνο να καταβάλλονται στο μέλλον πράσινες πληρωμές σε γήπεδα.
Ταυτόχρονα, τίθεται θέμα με το πώς θα δοθούν οι ενισχύσεις στους βοσκότοπους την εποχή μετά το 2013, αφού υπήρχαν μέχρι τώρα μεγάλες εκτάσεις που δεν συνυπολογίζονταν στο τελικό ποσό των ενισχύσεων, κυρίως γιατί τα δικαιώματα ορίζονταν με βάση τα ζώα και όχι τις εκτάσεις.
Το σκεπτικό του υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, που μελέτησε ξεχωριστά το θέμα των βοσκοτόπων, έχει ως εξής: «Η μεταφορά πόρων από τους βοσκότοπους στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις, που περιλαμβάνεται σε αρκετά από τα σενάρια που μελετήθηκαν, αιτιολογείται από τη σημαντικά μεγαλύτερη έκταση βοσκοτόπων που θα λαμβάνεται πλέον υπόψη στις άμεσες ενισχύσεις, από το 2013, σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση.
Παρά την ανάγκη ενθάρρυνσης της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα, ένα υψηλό δικαίωμα ενίσχυσης στις εκτάσεις βοσκοτόπων μπορεί να οδηγήσει σε συγκέντρωση των ενισχύσεων, σε κερδοσκοπικές κινήσεις, σε μη ορθολογικές εξελίξεις στις αξίες γης και ιδιαίτερα των βοσκοτόπων. Σε κάθε περίπτωση, η ένταξη μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων στις ενισχύσεις, που επιτρέπει η νέα ΚΑΠ, υπαγορεύει ένα ορθολογικό και διαφανές καθεστώς διαχείρισης των βοσκοτόπων από το 2014».
Γι’ αυτό και εμμέσως πλην σαφώς προτείνεται από την Ομάδα Εργασίας του υπουργείου, σε περίπτωση που προκριθεί το δυναμικό υβριδικό μοντέλο κατανομής των ενισχύσεων, να υπάρχει ξεχωριστή ζώνη για τους βοσκότοπους, η οποία θα απολαμβάνει ενίσχυσης περίπου 15 ευρώ το στρέμμα, δηλαδή όσο προκύπτει και ο σημερινός μέσος όρος.
Τα άλλα θέματα που καλούνται να εξετάσουν όλες οι χώρες μέλη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι το ποιες δραστηριότητες και ποια είδη βοσκοτόπων μπορούν να ενταχθούν στο επιπλέον «πράσινο» ποσοστό που ζητά η Επιτροπή. Ήδη έχουν προκύψει ερωτήματα από μεγάλες βορειοευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες έχουν πολύ μεγάλο αριθμό κτηνοτρόφων:
- Η εκτατική ή η σταυλισμένη κτηνοτροφία είναι πιο καλή για το περιβάλλον;
- Η καλλιέργεια φυτών για ζωοτροφές και κυρίως για την παραγωγή σανού το οποίο στη συνέχεια αποθηκεύεται σαν «μπάλα» είναι φιλική προς το περιβάλλον;
- Οι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι θα πρέπει να απολαμβάνουν μεγαλύτερης ενίσχυσης, ενδεχομένως πέραν της εξισωτικής αποζημίωσης;
Πονοκέφαλο σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει προκαλέσει το θέμα της ενίσχυσης των βοσκοτόπων μετά το 2013. Ειδικά, όμως, στην Ελλάδα ο θέμα είναι ακόμα πιο πολύπλοκο, καθώς μεγάλο μέρος των βοσκοτόπων είτε θεωρούνται (στα χαρτιά) δασικοί είτε δημόσιας χρήσης, οπότε και είτε… καταπατούνται είτε παραχωρούνται.
Τα προβλήματα αυτά, βεβαίως, δεν θα φτάσουν ποτέ στις Βρυξέλλες, διότι απλούστατα είναι θέματα που έπρεπε να έχουν λυθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Το πρόβλημα, όμως, της διαφορετικής αντίληψης των νότιων χωρών για το τι είναι βοσκότοπος σε σχέση με το τι εννοούν οι Βορειοευρωπαίοι με την έννοια «βοσκότοπος» τέθηκε ήδη με ερώτηση του ευρωβουλευτή, Σπύρου Δανέλλη: «Ο περιορισμός των βοσκοτόπων στη μορφή των χορτολιβαδικών εκτάσεων αποκλείει από την ενίσχυση μεγάλες εκτάσεις στη χώρα μας, που καλύπτονται στην επιφάνεια του εδάφους με αυτοφυή ξυλώδη ή μικτή βλάστηση και χρησιμοποιούνται για τη βόσκηση αιγοπροβάτων.
Οι εκτάσεις αυτές και από τη φύση τους αλλά και από τη χρήση τους, δηλαδή την εκτατική αιγοπροβατοτροφία, συνιστούν σημαντικό παράγοντα για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, μέσω της αποθήκευσης του άνθρακα στο έδαφος.
Είναι λοιπόν κατ’ εξοχήν εκτάσεις που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις πρακτικές του «πρασινίσματος» και να δικαιούνται ενισχύσεις για την προσφορά των δημόσιων αυτών αγαθών».
Ο κ. Δανέλλης αμφισβήτησε επίσης την καταλληλότητα του ορισμού της «μόνιμης χορτολιβαδικής έκτασης» αντί του ορθότερου «μόνιμου βοσκοτόπου», επισημαίνοντας τον κίνδυνο να καταβάλλονται στο μέλλον πράσινες πληρωμές σε γήπεδα.
Ταυτόχρονα, τίθεται θέμα με το πώς θα δοθούν οι ενισχύσεις στους βοσκότοπους την εποχή μετά το 2013, αφού υπήρχαν μέχρι τώρα μεγάλες εκτάσεις που δεν συνυπολογίζονταν στο τελικό ποσό των ενισχύσεων, κυρίως γιατί τα δικαιώματα ορίζονταν με βάση τα ζώα και όχι τις εκτάσεις.
Το σκεπτικό του υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, που μελέτησε ξεχωριστά το θέμα των βοσκοτόπων, έχει ως εξής: «Η μεταφορά πόρων από τους βοσκότοπους στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις, που περιλαμβάνεται σε αρκετά από τα σενάρια που μελετήθηκαν, αιτιολογείται από τη σημαντικά μεγαλύτερη έκταση βοσκοτόπων που θα λαμβάνεται πλέον υπόψη στις άμεσες ενισχύσεις, από το 2013, σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση.
Παρά την ανάγκη ενθάρρυνσης της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα, ένα υψηλό δικαίωμα ενίσχυσης στις εκτάσεις βοσκοτόπων μπορεί να οδηγήσει σε συγκέντρωση των ενισχύσεων, σε κερδοσκοπικές κινήσεις, σε μη ορθολογικές εξελίξεις στις αξίες γης και ιδιαίτερα των βοσκοτόπων. Σε κάθε περίπτωση, η ένταξη μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων στις ενισχύσεις, που επιτρέπει η νέα ΚΑΠ, υπαγορεύει ένα ορθολογικό και διαφανές καθεστώς διαχείρισης των βοσκοτόπων από το 2014».
Γι’ αυτό και εμμέσως πλην σαφώς προτείνεται από την Ομάδα Εργασίας του υπουργείου, σε περίπτωση που προκριθεί το δυναμικό υβριδικό μοντέλο κατανομής των ενισχύσεων, να υπάρχει ξεχωριστή ζώνη για τους βοσκότοπους, η οποία θα απολαμβάνει ενίσχυσης περίπου 15 ευρώ το στρέμμα, δηλαδή όσο προκύπτει και ο σημερινός μέσος όρος.
Τα άλλα θέματα που καλούνται να εξετάσουν όλες οι χώρες μέλη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι το ποιες δραστηριότητες και ποια είδη βοσκοτόπων μπορούν να ενταχθούν στο επιπλέον «πράσινο» ποσοστό που ζητά η Επιτροπή. Ήδη έχουν προκύψει ερωτήματα από μεγάλες βορειοευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες έχουν πολύ μεγάλο αριθμό κτηνοτρόφων:
- Η εκτατική ή η σταυλισμένη κτηνοτροφία είναι πιο καλή για το περιβάλλον;
- Η καλλιέργεια φυτών για ζωοτροφές και κυρίως για την παραγωγή σανού το οποίο στη συνέχεια αποθηκεύεται σαν «μπάλα» είναι φιλική προς το περιβάλλον;
- Οι μετακινούμενοι κτηνοτρόφοι θα πρέπει να απολαμβάνουν μεγαλύτερης ενίσχυσης, ενδεχομένως πέραν της εξισωτικής αποζημίωσης;
Μικρή η αναπροσαρμογή
Στο τριζωνικό σενάριο που θα συνοδευτεί από μία ξεχωριστή ζώνη βοσκοτόπων (βλ. σελ. 27), το μοντέλο που αναπτύσσει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης περιλαμβάνει σύγκριση των πόρων ανά νομό μεταξύ:
α) της παρούσας κατάστασης, δηλαδή των πόρων που είναι διαθέσιμοι σήμερα (σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του 2011) για τον 1ο Πυλώνα (ενιαία ενίσχυση), έπειτα από μείωση λόγω των ειδικών καθεστώτων (μικροί αγρότες, νέοι αγρότες, περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα), ώστε οι συγκρίσεις με τη νέα προγραμματική περίοδο να γίνουν σε ίδια βάση, και β) της μελλοντικής κατάστασης, δηλαδή των πόρων που θα είναι διαθέσιμοι το 2014 κατά τον 1ο χρόνο εφαρμογής της περιφερειοποίησης έπειτα από μείωση λόγω των ειδικών καθεστώτων (μικροί αγρότες, νέοι αγρότες, περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα) και έπειτα από εφαρμογή της περιφερειοποίησης σύμφωνα με τις παραδοχές του σεναρίου αυτού.
Με τις παραδοχές του σεναρίου αυτού προκύπτει ότι 22 από τους νομούς εντάσσονται στην Περιφέρεια 1, 12 νομοί στην Περιφέρεια 2 και 17 νομοί στην Περιφέρεια 3. Με την μεταφορά κονδυλίων από την Π3 στην Π1, ώστε να καλυφθεί το 30% του 90% της διαφοράς της μέσης τιμής από τον μ.ο. της χώρας, απαιτούνται συνολικά να μεταφερθούν περί τα 49.633.100 ευρώ.
Στο τριζωνικό σενάριο που θα συνοδευτεί από μία ξεχωριστή ζώνη βοσκοτόπων (βλ. σελ. 27), το μοντέλο που αναπτύσσει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης περιλαμβάνει σύγκριση των πόρων ανά νομό μεταξύ:
α) της παρούσας κατάστασης, δηλαδή των πόρων που είναι διαθέσιμοι σήμερα (σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του 2011) για τον 1ο Πυλώνα (ενιαία ενίσχυση), έπειτα από μείωση λόγω των ειδικών καθεστώτων (μικροί αγρότες, νέοι αγρότες, περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα), ώστε οι συγκρίσεις με τη νέα προγραμματική περίοδο να γίνουν σε ίδια βάση, και β) της μελλοντικής κατάστασης, δηλαδή των πόρων που θα είναι διαθέσιμοι το 2014 κατά τον 1ο χρόνο εφαρμογής της περιφερειοποίησης έπειτα από μείωση λόγω των ειδικών καθεστώτων (μικροί αγρότες, νέοι αγρότες, περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα) και έπειτα από εφαρμογή της περιφερειοποίησης σύμφωνα με τις παραδοχές του σεναρίου αυτού.
Με τις παραδοχές του σεναρίου αυτού προκύπτει ότι 22 από τους νομούς εντάσσονται στην Περιφέρεια 1, 12 νομοί στην Περιφέρεια 2 και 17 νομοί στην Περιφέρεια 3. Με την μεταφορά κονδυλίων από την Π3 στην Π1, ώστε να καλυφθεί το 30% του 90% της διαφοράς της μέσης τιμής από τον μ.ο. της χώρας, απαιτούνται συνολικά να μεταφερθούν περί τα 49.633.100 ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου